Ο Σαν Μικέλε είχε έναν κόκορα

1972, σε σκηνοθεσία Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι, με τους Τζούλιο Μπρότζι, Ρενάτο Σκάρπα, Ντανιέλε Ντουμπλίνο

Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2015
Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2015

 Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Στα τέλη του περασμένου αιώνα, μια ομάδα αναρχικών καταλαμβάνει ένα ιταλικό χωριό και προσπαθεί να πείσει τους χωρικούς να κολλεκτιβοποιήσουν την παραγωγή. Αποτυγχάνουν όμως και συλλαμβάνονται. Ο αρχηγός τους, γόνος μεγαλογαιοκτημόνων, Τζούλιο Mανιέρι, καταδικάζεται σε θάνατο αλλά την τελευταία στιγμή η ποινή του μετατρέπεται σε ισόβια. Κλείνεται σε πλήρη απομόνωση για 10 χρόνια με στέρηση οποιασδήποτε επαφής με τον έξω κόσμο. Για να επιβιώσει χωρίς να τρελαθεί, θέτει στον εαυτό του διάφορα φανταστικά καθήκοντα που τηρεί με πειθαρχία. Συνομιλεί με τον εαυτό του και περιμένει την πραγματοποίηση των επαναστατικών του οραμάτων. Κατά τη μεταφορά του σε άλλη φυλακή, μετά τα 10 χρόνια, μιλά για πρώτη φορά με νεότερους πολιτικούς κρατουμένους. Η σύντομη συνομιλία τον πείθει για την ματαιότητα των πεποιθήσεών του. Κανείς δεν μιλά πλέον για κολλλεκτίβες, ένοπλες αποστολές και αγροτική επανάσταση, αλλά για προλεταριακή.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Βασισμένοι στο έργο του Τολστόι «Το θείο και το ανθρώπινο» και μια παιδική ανάμνησή τους, οι αδελφοί Ταβιάνι κάνουν μια αριστουργηματική πολιτική ταινία, με θέμα τον εγκλεισμό και την εσωτερική αντίσταση. Η γενική ιδέα της ταινίας γεννήθηκε από τη φυλακή: ένας φυλακισμένος, μέσα στο σκοτάδι, που τραγουδά για να πάρει κουράγιο. Ο τίτλος της ταινίας αναφέρεται σ’ ένα παιδικό τραγούδι που έλεγε ο ήρωας όταν ήταν παιδί και τον τιμωρούσαν. Το τραγούδι είναι η πρώτη πράξη που θα τον βοηθήσει να ξεπεράσει την απελπισία του και να ξεφύγει νοερά από τον εγκλεισμό της φυλακής.
Πρόκειται για μια από τις πιο αρμονικές, ισορροπημένες, εσωτερικές και τολμηρές αφηγηματικά και υφολογικά ταινίες, όχι μόνον του έργου των αδελφών από την Τοσκάνη, αλλά και του ιταλικού σινεμά της δεκαετίας του ‘70. Σε αυτό βοηθούν σαφώς η φωτογραφία του Μάριο Μασίνι και η μουσική του Μπενεντέτο Γκίγκλια.
Το Σαν Μικέλε είχε έναν κόκορα, γυρισμένο το 1972, βγήκε στις αίθουσες μονάχα τέσσερα χρόνια αργότερα, όταν το Αλοζανφάν καθιέρωσε διεθνώς τους Ταβιάνι. Ο ηθοποιός Τζούλιο Μπρότζι είναι εκπληκτικός, παίζοντας με μοναδικό συνομιλητή τον εαυτό του, σ’ ένα ρόλο ηθικά και σωματικά δύσκολο και επίπονο.
Μιλώντας για τον ήρωά τους, οι αδελφοί Ταβιάνι λένε:
«Η σύγκρουση του Τζούλιο με τους τέσσερις τοίχους της φυλακής απελευθερώνει μέσα του διανοητικές, φαντασιακές και φυσικές δυνάμεις. Όσο πιο ισχυρή είναι η καταπιεστική δύναμη αυτών των τοίχων, τόσο πιο ισχυρή γίνεται η θέλησή του και η ικανότητά του να τους σπάσει. Όταν εγκαταλείπει τη φυλακή κι έρχεται σ’ επαφή με τη φύση και τους ανθρώπους, προσπαθεί πάλι να χρησιμοποιήσει τα ίδια μέσα που χρησιμοποιούσε στη φυλακή. Τον κάνουν μόνο να συνειδητοποιήσει ότι δεν είναι ικανά να τον βοηθήσουν και πως πρέπει ν’ αρχίσει πάλι από την αρχή».
Χρονικό μιας ιδεαλιστικής επαναστατικής θεώρησης, η ταινία δεν αποτελεί κριτική των κινημάτων, αλλά ένα έργο βασισμένο στο κουράγιο που δίνει στον άνθρωπο η επαναστατική ιδέα. «Αυτό που έχει σημασία στο φιλμ σήμερα» λένε οι Ταβιάνι «είναι το ότι μας δίνει να καταλάβουμε ότι οι ομάδες με τις αυθόρμητες και αναρχικές τάσεις που ξεπήδησαν το ΄68 μπορούν να οργανωθούν μ’ επιστημονικό τρόπο. Μ’ αυτήν την έννοια το μήνυμα της ταινίας είναι επίκαιρο, έστω κι αν αναφέρεται σε μια παρελθοντική εποχή».
Στη χώρα μας, το τραγούδι του Θανάση Παπακωνσταντίνου «San Michele» (από το δίσκο «Ο ελάχιστος εαυτός» του 2010)  εμπνευσμένο από την ταινία, δίνει το λόγο σε πρώτο πρόσωπο στον ήρωα ώστε γεμάτος πικρία αλλά και αξιοπρέπεια να υποστηρίξει τις ευγενικές ιδέες των οποίων είναι φορέας και τις επιλογές του.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *