1946, σκηνοθεσία Τσαρλς Βίντορ, με τους Ρίτα Χέιγουορθ, Γκλεν Φορντ
Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Την ταινία μας αφηγείται καθόλη τη διάρκεια ο Τζόνι Φάρελ, ένας τυχοδιώκτης που μόλις έχει φτάσει στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής. Εκεί τον πλησιάζει ένας παντελώς άγνωστός του, ο Μπάλιν Μάντσον, και τον προειδοποιεί για ένα παράνομο καζίνο, ότι, δηλαδή, θα ήταν καλύτερα να το αποφύγει. Ο Φάρελ τον αγνοεί, κλέβει στο μπλακτζάκ και όταν οδηγείται στον ιδιοκτήτη, ανακαλύπτει ότι είναι ο ίδιος άνθρωπος που τον προειδοποίησε. Ο Φάρελ πείθει τον Μάντσον να τον προσλάβει, και γρήγορα κερδίζει την εμπιστοσύνη του. Μια μέρα ο Μάντσον επιστρέφει από ένα ταξίδι με μια πανέμορφη νέα σύζυγο, την Τζίλντα. Είναι φανερό ότι ο Φάρελ και η Τζίλντα έχουν παρελθόν, υπάρχει μια περίεργη ένταση στην ατμόσφαιρα – τι ακριβώς, μένει να αποκαλυφθεί.
ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Το δεύτερο κοσμοπολίτικο γκανγκστερικό αριστούργημα (μετά την Καζαμπλάνκα και το Μαρόκο), η Τζίλντα, που είναι Γκίλντα αλλά έτσι έχει μείνει από ένα λάθος προφοράς στη μνήμη των Ελλήνων σινεφίλ, διαδραματίζεται στο Μπουένος Άιρες, ένα εξωτικό καταφύγιο μοιραίων και παρανόμων. Το σεξ και το χρήμα συνδιαλέγονται με τρομερή φόρτιση και το στριπτίζ με το γάντι (ήταν και η λογοκρισία της εποχής…) της καλλονής Χέιγουορθ, η οποία ανανέωσε το στυλ της femme fatale, ζεσταίνοντάς την με την κοκκινοκάστανη ομορφιά της, έχει μείνει ιστορικό, όπως και η αισθησιακή ερμηνεία του «Put the blame on Mame». Ακόμη και σήμερα, η ταινία παρακολουθείται όχι μόνο με τη νοσταλγία που προκαλεί το εξιδανικευμένο νουάρ μιας εποχής που πέρασε ανεπιστρεπτί αλλά και για τη δύναμη του κάθε ρόλου, τις προσωπικότητες των πρωταγωνιστών και την κοινωνική διάσταση της ιστορίας.
Κατεστραμμένες πατρίδες, τυχοδιώκτες μετανάστες, μεταπολεμική απληστία. Ο Τσαρλς Βίντορ (όπως έκανε κι ο Χίτσκοκ στο «Notorious») σκιάζει την κοσμοπολίτικη εξωτική εικόνα του Μπουένος Αϊρες με το σκοτεινό ρόλο που έπαιξε στη λήξη του Β’ Παγκόσμιου Πόλεμου. Εγκληματίες φασίστες έβρισκαν εκεί άσυλο για να σβήσουν το παρελθόν, να κρυφτούν στις ξέφρενες νύχτες της λατινοαμερικανικής πόλης, να ζήσουν απενοχοποιημένα, πλουσιοπάροχα, από την αρχή. Μαζί τους κατέφθαναν και μικρότεροι παίκτες προς αναζήτηση νέας πατρίδας και, κυρίως, νέας παρτίδας. Μικροαπατεώνες, τυχοδιώκτες και μοιραίες γυναίκες που ήθελαν να πιστεύουν ότι τα κόλπα ή οι καμπύλες τους θα τους χαρίσουν μια εύκολη, τυχερή ζαριά στη Γη της Επαγγελίας. Λίγο όμως γνώριζαν ότι ήταν πολύ μικρά, αναλώσιμα πιόνια σ’ έναν ευρύτερο ιστό διαφθοράς.