All posts by svourakorinthos

Το δέντρο που πληγώναμε

1986, σε σκηνοθεσία Δήμου Αβδελιώδη με τους: Γιάννη Αβδελιώδη, Νίκο Μειωτέρη, Μαρίνα Δεληβοριά

Πέμπτη 21 Αυγούστου 2014
Πέμπτη 21 Αυγούστου 2014

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Χίος, γύρω στο 1960, λίγες μέρες πριν κλείσουν τα σχολεία για τις καλοκαιρινές διακοπές. Η φιλία μεταξύ δυο αγοριών χαλάει, χωρίς να το θέλουν, εξαιτίας ενός άτυχου περιστατικού. Ξανασυναντιούνται στα μέσα του καλοκαιριού και περνούν μαζί ένα υπέροχο καλοκαίρι. Το φθινόπωρο, όμως, έρχεται γρήγορα πριν καλά-καλά το καταλάβουν.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Δήμου Αβδελιώδη, αποδείχτηκε πως είναι και η πιο ιδιαίτερη, αντισυμβατική και ίσως πιο αυθεντική ταινία του σκηνοθέτη. Αγαπημένη από κοινό και κριτικούς, αντέχει στο χρόνο χάρη στην ειλικρίνεια, τον αυθορμητισμό και την αθωότητά της. Αθώα όπως τα μάτια των δεκάχρονων πρωταγωνιστών της. Στο δέντρο που πληγώναμε η σχέση των παιδιών είναι άξονας ανάπτυξης προβληματικής πάνω στις ανθρώπινες σχέσεις.
Βαθιά μελετημένο το κλίμα της εποχής από τον Αβδελιώδη, που σε εισάγει στο σύμπαν της ανεμελιάς της παιδικότητας, τότε που όλα επιτρέπονταν, τα πάντα ήταν θεμιτά, και αγνά φυσικά.
Η πορεία προς την ενηλικίωση μέσα από τα μάτια ενός παιδιού σε ένα χωριό της Χίου. Αυτός θα μπορούσε να είναι ένας άλλος τίτλος της ταινίας. Όμως το δέντρο είναι το μαστιχόδεντρο που πονάει για να δώσει. Να δώσει χωρίς αντάλλαγμα, για να έρθουμε και να το πληγώσουμε ξανά και ξανά. Όσο και αν πονάει, αυτή είναι η φορά του κύκλου. Γεννιόμαστε, μεγαλώνουμε, γερνάμε και στο τέλος όλοι πεθαίνουμε. Είναι ο αέναος κύκλος της ζωής, τόσο ορμητικός, τόσο χειμαρρώδης, που κανείς δεν τον δαμάζει..Είναι ο χρόνος, που με το πέρασμά του οριοθετεί την ταινία. Όσο ξαφνικά ήρθε το καλοκαίρι, τόσο ξαφνικά θα φύγει, όπως η πρώτη βροχή που σηματοδοτεί την άφιξη του φθινοπώρου. Τα σχολεία θα ανοίξουν ξανά, οι μαθητές θα βρεθούν στις ίδιες αίθουσες για άλλο ένα έτος και ο χρόνος θα συνεχίσει να κυλά θριαμβευτικά.
Το δέντρο είναι όμως και κάτι πιο βαθύ, πιο προσωπικό. Όλοι εμείς πληγώσαμε το δικό μας δέντρο όταν μεγαλώσαμε. Όλοι αφήσαμε χωρίς επιστροφή τα ανέμελα παιδικά μας χρόνια για να περάσουμε στην απέναντι όχθη. Αφήσαμε το δέντρο να στάζει τα δάκρυα του. Το δέντρο όμως είναι εκεί. Βαθιά μέσα στις πιο παλιές μας αναμνήσεις. Εκεί που ανατρέχουμε όταν κάθε άλλο φως έχει σβήσει. Είναι εκεί και θα είναι για πάντα, για να συμβολίζει το ανίκητο βέλος του χρόνου. Θα είναι εκεί για να μας θυμίζει πως όλα είναι δυνατά και καθαρά όπως ήταν και τότε, χρόνια πριν.

Η ταινία συμμετείχε σε πολλά φεστιβάλ στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Έλαβε την ειδική μνεία της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, το βραβείο Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ταινιών Νεότητας στη Μπερλινάλε, τον Χρυσό Ελέφαντα Καλύτερης Ταινίας και τον Αργυρό Ελέφαντα Σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ του Νέου Δελχί, ενώ συμμετείχε στην Εβδομάδα Κριτικής στου Φεστιβάλ των Καννών.

Από εδώ ως την αιωνιότητα

1953, σε σκηνοθεσία Φρεντ Τσίνεμαν με τους: Μπαρτ Λάνκαστερ, Ντέμπορα Κερ, Φρανκ Σινάτρα, Μοντγκόμερι Κλιφτ, Ντόνα Ριντ

Δευτέρα 18 Αυγούστου 2014
Δευτέρα 18 Αυγούστου 2014

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Στη ναυτική βάση του Περλ Χάρμπορ παρακολουθούμε την ιστορία μιας ομάδας στρατιωτών. Ο λοχίας Γουόρντεν συνδέεται με τη γοητευτική, μοναχική σύζυγο του λοχαγού Ντέινα Χολμς, ο Ρόμπερτ Προύιτ, παρά το ταλέντο του στην πυγμαχία, αρνείται να εκπροσωπήσει τη μονάδα του στους αγώνες μποξ που διοργανώνονται στη Βάση. Ο φίλος του, ο στρατιώτης Μάτζιο, αντιμετωπίζει προβλήματα με τον σαδιστή λοχία ‘Φάτσο’ Τζάντσον. Ο αναπάντεχος βομβαρδισμός του Περλ Χάρμπορ, ωστόσο, θα αλλάξει οριστικά τη ζωή όλων.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Το μυθιστόρημα του Τζέιμς Τζόουνς, ‘Από εδώ έως την αιωνιότητα’ (From Here To Eternity) κυκλοφόρησε το 1951 κι έγινε μπεστ σέλερ. Πρόκειται για ένα τολμηρό βιβλίο με οξύ ύφος που ασκεί κριτική στον τρόπο ζωής στα αμερικάνικα στρατόπεδα της δεκαετίας του 50 και καταγράφει τα γεγονότα που προηγήθηκαν του βομβαρδισμού στη βάση του Περλ Χάρμπορ το 1941.
H ταινία αυτή θεωρείται ως το αριστούργημα του σκηνοθέτη Τσίνεμαν καθώς σε αυτήν ο ικανός αυτός αφηγητής παραθέτει ίσως ένα από τα πιο μεστά κινηματογραφικά βλέμματα του χώρου, όσον αφορά τις ανθρώπινες σχέσεις και συμπεριφορές και πώς αυτές αντιδρούν μέσα στα περιοριστικά πλαίσια του μιλιταριστικού και όχι μόνο αυταρχισμού, αλλά και την αναδυόμενη εικόνα ενός επικείμενου πολέμου, με την βοήθεια ενός πραγματικά εξαιρετικού σεναρίου από τον Ντάνιελ Τάραντας, όπου κάθε χαρακτήρας αναδεικνύει ένα μικρόκοσμο συναισθημάτων, συμπλεγμάτων, ανασφαλειών και διεκδικήσεων.
Από το εκπληκτικό καστ, ξεχωρίζει ο χαρισματικός και αδικοχαμένος Μοντγκόμερι Κλιφτ, που δομεί τον πεισματικά αξιοπρεπή και πιστό στις αρχές του στρατιώτη Προύιτ, με πραγματική δεξιοτεχνία και ειλικρίνεια. Ο Προύιτ του Κλιφτ αρνείται να χρησιμοποιήσει το ταλέντο του στο μποξ και υπομένει εξευτελισμούς και προκλήσεις με ένα βλέμμα που σιγοβράζει από αίσθημα καταπνιγμένης αδικίας.
Ο Λάνκαστερ, στον ρόλο του ειλικρινούς, γεμάτου αυτοπεποίθηση λοχία Γουόρντεν, πατάει γερά και σταθερά στο ρόλο του, αποδεικνύοντας και πάλι την απίστευτη ρώμη του ως ηθοποιός. Οι δεύτεροι ρόλοι όμως είναι αυτοί που εμβαθύνουν την πλοκή και κλειδώνουν τους χαρακτήρες στην “αιωνιότητα τους”.
Θαυμάστε μια λαμπερή όσο και τραγική Κερ-η οποία μετακόμισε στην γειτονιά των αγγέλων πρόσφατα- να ερωτεύεται παθιασμένα, απελπισμένα τον λοχία του συζύγου της, προσπαθώντας να ξεχάσει τον μαραζωμένο γάμο της, και τον Σινάτρα, ως θερμόαιμο Ιταλό να τα βάζει με τον σκληρό λοχία ¨Φάτσο”.
Η ταινία περιέχει την περίφημη ερωτική σκηνή ανθολογίας
στην παραλία με τους Λάνκαστερ και Κερ που θεωρείται ακόμη και σήμερα μια από τις πλέον διάσημες ερωτικές σκηνές στον κινηματογράφο. Δεν κρατάει περισσότερο από λίγα δευτερόλεπτα, αρκούν όμως για να σε κάνουν να ονειρευτείς παραλίες..
Και δεν είναι το μόνο που αξίζει στο (αντι)πολεμικό ρομαντικό φιλμ του Τσίνεμαν στο οποίο οι ήρωές μας ζουν δύο παράλληλους ουτοπικούς έρωτες με προδιαγεγραμμένη πορεία. Παραμυθιάζονται, ξεγελούν προς στιγμήν το σαδιστικό μιλιταριστικό σύστημα γύρω τους, πλην όμως ο πόλεμος, αμείλικτος και απάνθρωπος, τα ρίχνει όλα στην κρεατομηχανή του. Η ανάμνηση ενός δυνατού καλοκαιρινού έρωτα όμως ζει για πάντα, όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσο μάταιος κι αν υπήρξε.

Η Κυρία Εξαφανίζεται

1938, σε σκηνοθεσία Άλφρεντ Χίτσκοκ με τους: Μάργκαρετ Λόκγουντ, Μάικλ Ρεντγκρέιβ, Ντέιμ Μέι Ουίτι, Πολ Λούκας, Μπάζιλ Ράντφορντ, Νόντον Γουέιν

Δευτέρα 11 Αυγούστου 2014
Δευτέρα 11 Αυγούστου 2014

 Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Μια νεαρή κοσμική Aγγλίδα συνταξιδεύει με μια ηλικιωμένη γκουβερνάντα σε τρένο που διασχίζει την Ανατολική Ευρώπη του ’30. Στη διάρκεια του ταξιδιού η κυρία εξαφανίζεται και, προς μεγάλη έκπληξη της ηρωίδας, όλοι οι συνταξιδιώτες αρνούνται την ύπαρξή της.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Μια απ’ τις τελευταίες low-budget βρετανικές παραγωγές του Χίτσκοκ (γυρίστηκε δηλαδή πριν ο εκκεντρικός δημιουργός πάει στην Αμερική και καταξιωθεί ως ένας εκ των σημαντικότερων σκηνοθετών όλων των εποχών). Με πνευματώδες σενάριο και ένα καστ ιδιόρρυθμων χαρακτήρων, η ταινία αποτελεί ένα απ’ τα λιγότερο γνωστά έργα του σκηνοθέτη, αλλά παραμένει ένα απ’ τα κλασικά του Χίτσκοκ.
Μια ιστορία κατασκοπείας κι ένας έρωτας συνδυάζονται τέλεια στην ταινία αυτή της βρετανικής περιόδου του Χίτσκοκ. Ο Χίτσκοκ χειρίζεται το σενάριο του με μοναδικό τρόπο, βάζοντας τα γυαλιά σε σύγχρονους δημιουργούς και σε ταινίες όπου τα κλισέ πέφτουν σύννεφο και η αγωνία του κοινού χάνεται από τα πρώτα λεπτά.
Εδώ ξεκινά με έναν τρόπο που θυμίζει περισσότερο κωμωδία καταστάσεων, με καλτ φιγούρες, ωραίες γυναίκες και μια χαριτωμένη γηραιά κυρία. Η χιτσκοκική συνταγή γνωστή:  ο αθώος ήρωας που αγωνίζεται για την αποκάλυψη της αλήθειας εν μέσω ενός θεάτρου του παραλόγου και η σωτηρία που έρχεται μέσω του ανίκητου «ανδρόγυνου». Ως μετρ των κλειστών χώρων επίσης, μεταμορφώνει και τα κουπέ και τους διαδρόμους του τρένου, όπου εξελίσσεται το μεγαλύτερο κομμάτι της πλοκής, σε κλειστοφοβικούς χώρους που αντικατοπτρίζουν ιδανικά την κεντρική συνομωσία. Για να μη μιλήσουμε για τους έξοχους δεύτερους χαρακτήρες που πλαισιώνουν τη δράση, όπως το αρσενικό ζευγάρι των φλεγματικών Εγγλέζων που μονοπωλούν τις καλύτερες ατάκες, προσπαθώντας να αποφύγουν την εμπλοκή στην όλη φασαρία με αξιοσημείωτη ανεμελιά… ορισμένοι θεωρούν πως αποτελεί ταυτόχρονα ένα ενδιαφέρον σχόλιο στο δίλημμα της Βρετανίας σχετικά με την εμπλοκή της στον επικείμενο πόλεμο με τη Γερμανία.
Στη συνέχεια, θα διατηρήσει μεν μια αδιόρατη χιουμοριστική πινελιά, αλλά με αργά και σταθερά βήματα θα κορυφώσει την αγωνία μας κι εκεί που δεν το περιμένει κανείς, θα μας «πετάξει» και την ανατροπή για να ησυχάσουμε.
Και τελικά, δεν θα ησυχάσουμε, αλλά θα παραδεχτούμε το μεγαλείο ενός δημιουργού που εν έτη 1938 κατάφερε να συνδυάσει μια ιστορία κατασκοπείας με ένα love-story κι ένα γοητευτικό μέσα στην απλότητα του happy-end. Kι όλα αυτά, δίχως υπερβολικό πιστολίδι και «αμαρτωλά πάθη», αλλά με φλεγματικό χιούμορ, έξυπνες ανατροπές και την αθωότητα ενός πλατωνικού έρωτα που θα κρατήσει για πάντα.

An Affair to Remember

1957, σε σκηνοθεσία του Λίο ΜακΚάρεϋ, με τους Κάρυ Γκραντ, Ντέμπορα Κερ, Ρίτσαρντ Ντένινγκ, Νέβα Πάτερσον, Κάθλιν Νέσμπιτ, Ρόμπερτ Λιούις, Τσαρλς Γουάτς, Φορτούνιο Μπονανόβα

Δευτέρα 4 Αυγούστου 2014
Δευτέρα 4 Αυγούστου 2014

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Καταμεσής του ωκεανού, πάνω σε ένα πλοίο που ταξιδεύει από Ευρώπη προς Νέα Υόρκη, ο πλέιμποϊ Νίκι Φεράντε και η τραγουδίστρια Τέρι ΜακΚέι ζουν έναν σύντομο αλλά δυνατό έρωτα. Και οι δύο είναι αρραβωνιασμένοι και συμφωνούν πως αν σε έξι μήνες η αγάπη τους κρατάει το ίδιο ανθηρή, τότε πρέπει να κάνουν το μεγάλο βήμα. Το ραντεβού που δίνουν είναι στην κορυφή του Empire State Building.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Ο Λίο Μακ Κάρεϊ αποφασίζει το έγχρωμο ριμέικ του δικού του ασπρόμαυρου μελοδράματος με τίτλο «Love Affair» (1939), διασκευάζει ο ίδιος το πρωτότυπο σενάριο των Ντέλμερ Ντέιβς και Ντόναλντ Όγκντεν Στιούαρτ και δίνει τους ρόλους των Τσαρλς Μπουαγιέ και Αϊρίν Νταν στους Κάρι Γκραντ και Ντέμπορα Κερ.
Η ταινία ήταν υποψήφια για 4 Όσκαρ μεταξύ άλλων και για αυτό του καλύτερου τραγουδιού, του ομότιτλου “An Affair to Remember”(Our Love Affair) του Χάρυ Γουόρεν, που ερμηνεύει ο Βικ Νταμόουν αλλά και η ίδια η Ντέμπορα Κερ μέσα στην ταινία.
Τα σκηνικά και τα κοστούμια έχουν επίσης ένα πολύ σημαντικό ρόλο στην ταινία, ενώ η φωτογραφία είναι πραγματικά εντυπωσιακή – η χρήση του CinemaScope, συμβάλλει σε έναν πολύ μεγάλο βαθμό σε αυτό τον εντυπωσιασμό.
Το Άγρυπνος στο Σιάτλ, της Νόρα Έφρον, που κυκλοφόρησε το 1993, με πρωταγωνιστές τους Τομ Χανκς και Μεγκ Ράιαν, εμπνεύστηκε από την ταινία μας, ειδικά το τέλος της.. αναφορές, σκηνές και το θεματικό τραγούδι, χρησιμοποιούνται καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας. Το 1994 οι Γουόρεν Μπίτι και Αννέτ Μπένινγκ συμπρωταγωνιστούν σε ένα πιο σύγχρονο ριμέικ της ταινίας που όμως δεν είχε την λάμψη του κλασικού.
Η κλασσική ταινία ξεκινά ως ανάλαφρο κωμικό ρομάντζο και καταλήγει ως ένα δυνατό μελόδραμα, όπως και χαρακτηρίζεται. Ίσως αυτό το υπερβολικό μελόδραμα να λειτουργεί, στο σημείο που ακόμα λειτουργεί, ακριβώς εξαιτίας αυτού του ουτοπικού ρομαντισμού της.. Ο ρεαλισμός δεν είναι ποτέ το ζητούμενο. Όσα έζησαν οι ήρωες έμοιαζαν με σινεμά – ήταν σαν να ερωτεύτηκαν σε ταινία, με τους τίτλους τέλους να πλησιάζουν και την πραγματικότητα να περιμένει έξω από τη σκοτεινή αίθουσα, γι αυτό αποφασίζουν ότι αξίζουν ένα χάπι εντ. Ονομάζουν τον προσωρινό τους χωρισμό διάλειμμα, και κλείνουν ραντεβού να συνεχίσουν την ταινία τους, ή να αρχίσουν την αληθινή τους ζωή, σε έξι μήνες.
“Στο πιο κοντινό μέρος στον Ουρανό” – το Empire State Building.
Κι όμως δεν είναι απλά μία ερωτική ιστορία. Ακόμα πιο δυνατό από το “affair” είναι το “remember”. Στην απαξίωση και τον κυνισμό των καιρών μας, που κανείς δε προσπαθεί για κανέναν, κανείς δεν ξεβολεύεται για κανέναν και κανείς δε θυμάται τελικά κανέναν, η Υπόσχεση του ζευγαριού είναι από μόνη της απίστευτη και για αυτό βαθιά συγκινητική. Απέναντι στην ισοπεδωτική καθημερινότητα και την απρόβλεπτη μοίρα, το πεισμωμένο ραντεβού τους είναι σπαραχτικά γενναίο.
Και το αληθινό δράμα δεν παίζεται στο ανεκπλήρωτο ρομάντζο, όσο στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Αυτή την καθοδήγηση μοιάζει να έχουν οι ηθοποιοί που συγκρούουν το μελό με το προσωπικό τους σθένος, το ευθυτενές τους παράστημα, το αυθεντικά γκρεμισμένο τους βλέμμα. Μισό αιώνα μετά, δεν είναι η ερωτική ιστορία που μας τσακίζει. Είναι η περηφάνια τους.
Και, τουλάχιστον στο σινεμά, αυτή η αξιοπρέπεια κερδίζει πάντα το χάπι εντ της.

Οι τρεις ταφές του Μελκιάδες Εστράδα

2005, σε σκηνοθεσία Τόμι Λι Τζόουνς, με τους Τόμι Λι Τζόουνς, Μπάρι Πέπερ, Χούλιο Σεζάρ Σεντίγιο, Ντουάιτ Γιόακαμ, Τζενιουέρι Τζόουνς, Μελίσα Λέο

Δευτέρα 28 Ιουλίου 2014
Δευτέρα 28 Ιουλίου 2014

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
O φίλος ενός σκοτωμένου Μεξικανού αναγκάζει τον φονιά του να τον ακολουθήσει στο Μεξικό για να θάψουν το σώμα του.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Ένα σύγχρονο γουέστερν, είδος αλληγορίας εμπνευσμένο από ένα αληθινό γεγονός. Ο σκηνοθέτης αφηγείται την ιστορία του μέσα από διάφορα flashback, με το μεγαλύτερο τμήμα της ταινίας να καλύπτει το μακρινό ταξίδι δύο αντρών, από την έρημο του Τέξας ως το Μεξικό, φέρνοντας στο νου ταινίες των Φορντ, Πέκινπα, Πολόνσκι και ζωντανεύοντας στις μνήμες εμβληματικές φιγούρες των γουέστερν όπως τους Γκάρι Κούπερ, Κερκ Ντάγκλας, Κλιντ Ίστγουντ.
Τον χειμώνα του 2001, ο Τόμι Λι Τζόουνς ζήτησε από τον Γκιγιέρμο Αριάγκα (Μεξικανός σεναριογράφος γνωστός από τα «AmoresPerros», «21 Γραμμάρια»)  να γράψει ένα σενάριο για τις συνοριακές περιοχές μεταξύ του Δυτικού Τέξας και του Βόρειου Μεξικού . Οι τοποθεσίες που περιλήφθηκαν είναι κάποιες από τις πιο απομακρυσμένες και μεγαλειώδεις περιοχές των ΗΠΑ: πεδιάδες, φαράγγια , βουνά… όλα απλωμένα σε αχανείς εκτάσεις, μία γεωγραφία τόσο άγρια και απρόβλεπτη, όπως ο καιρός της. Ο Αριάγκα ήθελε να φτιάξει μια ιστορία που να εξερευνούσε τον ιδιαίτερο πολιτισμό της περιοχής – μιας περιοχής που ενώνει και χωρίζει μαζί, τους Αμερικάνους από τους Μεξικάνους πολίτες, τις συνήθειες και τις παραδόσεις τους. Εκείνο που ενδιαφέρει τον Τζόουνς είναι να αποδώσει τόσο το θέμα της φιλίας όσο κι εκείνο της μοναξιάς και της αποξένωσης, κάνοντας ταυτόχρονα ένα σχόλιο πάνω στις πολιτιστικές σχέσεις ανάμεσα σε δυο κουλτούρες, αλλά και στον τρόπο με τον οποίο οι Αμερικανοί αντιμετωπίζουν τους «ξένους».
Τα σύνορα μεταξύ ΗΠΑ και Μεξικού είναι ένα πεδίο βίας και ρατσισμού. Τα γεγονότα που διαδραματίζονται στην ταινία είναι μία ακριβής καταγραφή και αναπαράσταση της τρέχουσας κατάχρησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη περιοχή. H ιστορία ξεκινά με αφετηρία τους δεσμούς φιλίας που αναπτύσσονται ανάμεσα στον χαρακτήρα του Πητ και τον παράνομο μετανάστη Μελκιάδες Εστράδα. Στο σύγχρονο Τέξας ο δεύτερος βρίσκεται νεκρός από όπλο. Ο θάνατός του θορυβεί τον Πητ που παίρνει το νόμο στα χέρια του, σέρνει διά της βίας τον δολοφόνο και αφού πρώτα τον αναγκάσει να ξεθάψει και να καθαρίσει τον νεκρό, στη συνέχεια καβάλα στα άλογα παίρνουν τον δρόμο να διανύσουν την απόσταση από την πλούσια Αμερική στο τριτοκοσμικό Μεξικό για να τον θάψουν. Πίσω τους ξαμολιούνται εποχούμενοι οι αστυνομικοί και οι εθνοφρουροί. Από τη μία πλευρά των συνόρων τα τεθωρακισμένα. Από την άλλη το παλιομοδίτικο γουέστερν. H υπεροπλία των πρώτων σε μονομαχία με αντίπαλο μια σκουριασμένη επαναληπτική καραμπίνα. Πάνω της γραμμένη η αρχαία σκουριά: «Υπόσχεση – Τιμωρία – Λύτρωση». Η αντίστροφη μέτρηση έχει αρχίσει.
Το πιο ενδιαφέρον κομμάτι της ταινίας, η περιπλάνηση του Πητ με τον «εξ’ αμελείας δολοφόνο» όμηρό του στο Μεξικό, ξεκινά ως μια αρχετυπική πράξη εκδίκησης για να καταλήξει σε ένα αλληγορικό ταξίδι εξιλέωσης. Τα συναισθήματα των δύο ανδρών τραχιά, όπως η έρημος που τους περιβάλλει (η σχέση συνάρτησης του ανθρώπινου τοπίου με το φυσικό, καταλυτική δραματουργικά, αποτυπώνεται έξοχα μέσα από την κινηματογράφηση του Κρις Μένγκες), οι πράξεις τους απρόβλεπτες. Κανείς τους δεν απαντά σε μανιχαϊστικά πρότυπα, δεν είναι απλά «καλός» ή «κακός», «αθώος» ή «ένοχος». Η συναισθηματική πολυπλοκότητα των χαρακτήρων αποδίδεται με αμεσότητα και μέτρο, τόσο από τον Τόμι Λι Τζόουνς – στον καλύτερο ίσως ρόλο της καριέρας του – όσο και από τον συμπρωταγωνιστή του Μπάρι Πέπερ.
Μένοντας πιστή στην πολυμορφία του πολιτισμού των συνόρων, η ταινία που διαμορφώνει τον δικό της χαρακτήρα, δανειζόμενη από μία πληθώρα ειδών και συναισθημάτων, στο συμπέρασμά της, διαπραγματεύεται θέματα δικαιοσύνης και ανάληψης ευθυνών («Μόνοι είναι οι γενναίοι»), μετάνοιας για τα εγκλήματα που διαπράττονται και συναισθηματικής κάθαρσης.
Μια ελεγεία κατανόησης της ανθρώπινης συμπεριφοράς, των ελαττωμάτων και των αδυναμιών μας..ενίοτε και του μεγαλείου μας.

The Dreamers

2003, σε σκηνοθεσία Μπερνάρντο Μπερτολούτσι με τους: Έντνα Περβάιανς, Μάικλ Πιτ, Λουί Γκαρέλ, Εύα Γκριν, Ρόμπιν Ρενούτσι

Δευτέρα 21 Ιουλίου 2014
Δευτέρα 21 Ιουλίου 2014

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Το Μάη του ’68 ένας νεαρός Αμερικανός βρίσκεται στο Παρίσι περνώντας ατέλειωτες ώρες στην παρισινή Ταινιοθήκη. Γνωρίζει δύο πανέμορφα αδέλφια, τον Τεό και την Ιζαμπέλ, και βιώνουν μαζί στο σπίτι των τελευταίων τη δική τους σεξουαλική επανάσταση όσο τα επεισόδια μαίνονται στους δρόμους

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Το να είναι κάποιος ονειροπόλος θεωρείται σήμερα κάτι αρνητικό. Στην εποχή της θεοποίησης του χρήματος, της ιδεολογικής απογοήτευσης και της υλικής ευτυχίας ο ονειροπόλος είναι ένα κορόιδο. Ο Μπερτολούτσι προσπαθεί να γυρίσει αυτή την κενή γενιά σε μια εποχή που όλοι ήταν κορόιδα και να τη μυήσει στην ευτυχία του να προσπαθείς να αλλάξεις τον κόσμο. Στον παλμό λοιπόν της αισιοδοξίας και του ρομαντισμού που εξέπεμπε ο Μάης του ‘68, σε μια Γαλλία που έβραζε πνευματικά θα βρεθεί ο θεατής για να ακολουθήσει τα βήματα τριών αμετανόητων σινεφίλ στην πορεία της ενηλικίωσης τους.
Οι «Ονειροπόλοι», βασισμένοι στο βιβλίο «The Holy Innocents» του Γκίλμπερτ Αντέρ, αποτελούν μια ενδιαφέρουσα πρόσμιξη στοιχείων πολιτικής, σεξουαλικότητας και κινηματογραφικού πάθους, έξυπνα τοποθετημένοι λίγο πριν την έκρηξη του γαλλικού Μάη του ’68. Η απόλυση του Ανρί Λανγκλουά από διευθυντή της Cinematheque Francaise (το «κρυφό σχολειό» για τη γενιά της nouvelle vague) είναι ο πρώτος λίθος που πέφτει κατά της ελευθεριότητας της εποχής, κατεβάζοντας τους φοιτητές στους δρόμους.
Και πράγματι πάλλεται αυτή η ταινία από τις ιδεολογικές ανακατατάξεις του ‘60, χωρίς όμως να τις κάνει κεντρικό της θέμα. Αυτό που την απασχολεί είναι το πνεύμα και το νόημα όλου αυτού του κινήματος που διαπερνούσε σαν ανατριχίλα τις φλεγόμενες ψυχές των ανήσυχων πρωταγωνιστών. Μια μάχη ιδεών λάμβανε καθημερινά χώρα στους πανέξυπνους διάλογους τους, όπου σχολιάζουν με κριτικό και ευφυή τρόπο πολιτική, ταινίες και μουσική, προκαλώντας σε να συμμετέχεις στη συζήτηση. Και όλα αυτά χωρίς ουδέποτε τόσο οι πρωταγωνιστές όσο και η ταινία να αποκτούν χαρακτήρα διδακτικό, αλλά με την φρεσκάδα που επιβάλλει το νεαρό της ηλικίας τους. Συγκρίσεις που θα ενθουσιάσουν τους σινεφίλ (Τσάπλιν vs. Κίτον), απόψεις που θα ξεσηκώσουν τους μουσικόφιλους («Δεν υπάρχει Θεός, αλλά αν υπήρχε θα ήταν μαύρος και θα κράταγε κιθάρα!», λέει ο Πιτ αναφερόμενος στον Χέντριξ) και πολιτικές διαπιστώσεις που θα βάλουν τον οποιοδήποτε σε πολλές σκέψεις (Είναι τρομακτικός ο κομμουνισμός; Είναι θεμιτή η βίαιη αντίδραση;) συνθέτουν το υπόβαθρο μιας διανοητικής ζωής τόσο έντονης και ρομαντικής που σε προκαλεί να γίνεις μέρος της.
Πέρα όμως από όποιες γενικές ιδεολογικές αναζητήσεις η μορφή τις ταινίας παίρνει απολαυστικές σινεφίλ διαστάσεις μέσα από μια σχεδόν ερωτική εμπειρία που είχαν με το σινεμά οι τρεις ήρωες και ο σκηνοθέτης, την οποία και μεταφέρουν στον θεατή. Αποσπάσματα από κλασικές ταινίες θα παρεμβαίνουν στην αφήγηση για να κάνουν όσους δεν είχαν επαφή με αυτή την κουλτούρα να ζηλέψουν. Γκοντάρ, Τρυφώ, Ριβέτ, Σαμπρόλ, Ρεναί και όλοι οι εκφραστές της περίφημης nouvelle vague κυριαρχούν με την υπόστασή τους στις εκφράσεις της πνευματικότητας τόσο των πρωταγωνιστών, όσο και του έργου για να το μετατρέψουν, ταυτόχρονα με όλα τα άλλα, σε έναν μελαγχολικό φόρο τιμής. Μπορεί ο ειδικευμένος κινηματογραφικός χαρακτήρας που επιδιώκεται να ξενίσει μερικούς, αλλά το πιο πιθανό είναι πως θα τους δημιουργήσει ενδιαφέρον να γνωρίσουν κάτι τόσο αξιόλογο.
Και φυσικά δεν ήταν δυνατόν όλο αυτό το κλίμα να μην συνοδευόταν από άκρατα δείγματα τολμηρότητας, ελευθερίας και τελικώς σεξουαλικής αφύπνισης. Ο έρωτας στην πνευματική ζωή παίρνει και υλικές διαστάσεις και καταρρίπτει, όπως όφειλε, κάθε επιταγή της κοινωνικής μας λογοκρισίας σχετικά με τα όρια της απεικόνισης. Χωρίς λοιπόν ούτε μια στιγμή να γίνεται πρόστυχη ή να κοιτάζει με αποστροφή τις σεξουαλικές εξερευνήσεις των τριών νεαρών η εικόνα λειτουργεί απελευθερωτικά. Ο Μπερτολούτσι, συμμαχώντας με την τόλμη των ηθοποιών του, παραδίδει μαθήματα έκθεσης γυμνού με τον πιο μη ντροπιαστικό και μη πορνογραφικό τρόπο, υπενθυμίζοντάς μας ότι το ανθρώπινο σώμα και ο έρωτας δεν είναι κάτι το προσβλητικό.
Η πρωταγωνιστική τριάδα βέβαια τον στηρίζει συνεχώς με ερμηνείες φρέσκες που μεταφέρουν όλη αυτή την αισιόδοξη ενέργεια και τον ρομαντισμό που προσπαθεί ο σκηνοθέτης να μεταδώσει. Βοηθούμενοι από μια μουσική, απόλυτα αντιπροσωπευτική της εποχής (κλασικά ροκ κομμάτια).
«Το μέγεθος της ελπίδας που ήταν ζωγραφισμένη στα πρόσωπα της νεολαίας τότε, ήταν κάτι που ποτέ δεν είχες ξαναζήσει ούτε και πρόκειται να ζήσεις. Η προσπάθεια για βουτιά στο μέλλον και στην ελευθερία ήταν μαγική. Ήταν η τελευταία φορά που κάτι το τόσο ιδεαλιστικό, τόσο ουτοπικό, επρόκειτο να συμβεί…»… Μπερτολούτσι.

Τελευταία Έξοδος Ρίτα Χέιγουορθ

1994, σε σκηνοθεσία Φρανκ Ντάραμποντ με τους: Τιμ Ρόμπινς, Μόργκαν Φρίμαν, Κλάνσι Μπράουν, Μπομπ Γκάντον, Γουίλιαμ Σάντλερ, Γκιλ Μπέλοους, Μαρκ Ρόλστον, Τζέιμς Γουίτμορ

Δευτέρα 14 Ιουλίου 2014
Δευτέρα 14 Ιουλίου 2014

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Ένας τραπεζικός καταδικάζεται άδικα σε ισόβια για το φόνο της γυναίκας του και του εραστή της. Ο ήπιος χαρακτήρας του, αλλά και το γεγονός ότι γνωρίζει τα “παραθυράκια” του φορολογικού συστήματος τον κάνουν ιδιαίτερα δημοφιλή στη φυλακή. Όμως ο Άντι αναπτύσσει μια βαθιά φιλία με τον Ρεντ και ετοιμάζει μια θεαματική απόδραση.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Ήταν το 1982 όταν κυκλοφόρησε μια σειρά από μικρά διηγήματα. Ο γενικός τους τίτλος ήταν “Different Seasons” και ανάμεσά τους, να αντιπροσωπεύει την εποχή της άνοιξης, βρισκόταν και το μικρό μεν, ιδιαίτερα γοητευτικό δε, “Rita Hayworth and the Shawshank Redemption”.
Πάνω σ’ αυτό το διήγημα βασίστηκε εξ’ ολοκλήρου και η “ομώνυμη’’ ταινία.
Συγγραφέας της μικρής αυτής ιστορίας, ο γνωστός από τις ιστορίες τρόμου και φαντασίας του, Στήβεν Κινγκ, που διαθέτει στο ενεργητικό του την συγγραφή και αρκετών ιστοριών που πατάνε περισσότερο στην πραγματικότητα και στον κοινωνικό μας προβληματισμό. Είναι γνωστά τα βιβλία “Misery’’, “The Green Mile’’ και “Hearts in Atlantis’’ που έχουν μεταφερθεί και στον κινηματογράφο.
Ο άγνωστος τότε Φρανκ Ντάραμποντ ουσιαστικά έπλασε από μερικές σελίδες μια ταινία 2 και ωρών, μεταφέροντας όλες εκείνες της μαγικές εικόνες που πλάθει κανείς με την ανάγνωσή τους και δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα πιο καθηλωτική απ’ όσο θα μπορούσε ποτέ κανείς να φανταστεί. Σκοτεινή, μυστηριώδης και γεμάτη αγωνία και δίψα για λύτρωση.
Παρακολουθούμε την ιστορία των δύο κεντρικών προσώπων μέσα από την αφήγηση ουσιαστικά του ενός, του Ρεντ. Μια αφήγηση που εξιτάρει την φαντασία μας και κορυφώνει την αγωνία μας. Η κάμερα μοιάζει σαν απλός παρακολουθητής των εξελίξεων που άλλες φορές είναι δραματικές και γρήγορες και άλλες κόβουν ταχύτητα, σαν να προσπαθούν να σε αφήσουν να έχεις τον χρόνο που χρειάζεσαι για να ψυχογραφήσεις τους ήρωές, κατανοώντας την ύπαρξη και τα κίνητρά τους..
Άκρως πειστικές και αισθαντικές οι ερμηνείες των Τιμ Ρόμπινς και Μόργκαν Φρίμαν, που υποδύονται δυο συγκρατούμενους σε φυλακές υψίστης ασφαλείας, των οποίων η υπομονή, η επιμονή, η ακεραιότητα και η αξιοπρέπεια θα τους ανταμείψουν στο τέλος… η φιλία τους άλλωστε και η ελπίδα ήταν οι σανίδες σωτηρίας για 20 χρόνια μέσα σε αυτό το κατάπτυστο “σωφρονιστικό ίδρυμα’’.
Προκύπτουν πολλά ερωτήματα για το τι είναι σωφρονισμός τελικά και πως επιτυγχάνεται η επανένταξη του ατόμου του οποίου η φυλακή έχει γίνει η ζωή του. Βαθιά ουμανιστική ταινία που αγγίζει τον τρόπο που λειτουργούν τα σωφρονιστικά ιδρύματα σήμερα.. και ειδικά σήμερα αξίζουν να λέγονται έτσι;
Ο Κινγκ έχει δηλώσει πως και οι τρεις από τις τέσσερις νουβέλες, μαζί και η εν λόγω, είναι εμπνευσμένες από την παιδική του ηλικία.
Πόσες εχθρότητες θα είχαν αποφευχθεί και πόσο αναγκαίες θα αναδεικνύονταν η ομαδικότητα και η αλληλοκατανόηση αν από την παιδική ηλικία ερχόμασταν κοντά με τον πολιτισμό που προβάλλει αυτή η υπέροχη και ατμοσφαιρική ιστορία..για μια φιλία που σε κρατάει στη ζωή και μια ελπίδα  που οδηγεί στην λύτρωση του Shawshank και στην ομώνυμη ταινία (με τον ευφάνταστο ελληνικό τίτλο)..

Bραδιά αφήγησης

afigisi

Μια βραδιά σε κύκλο, ανοιχτή για όποιον/α θέλει να μοιραστεί μαζί μας παραμύθια της γιαγιάς, ιστορίες της μαμάς, αληθινές ιστορίες, παραδοσιακές ιστορίες από το χωριό, ποιήματα, σκηνές της καθημερινότητας, ιστορίες με δράκους, τρομακτικές ιστορίες κι όλα όσα γεννάει η φαντασία μας ή βιώνουμε στη ζωή μας, ή απλά θέλει να ακούσει αυτά που θα διηγηθούν οι άλλοι.

Χωρίς κριτικές, χωρίς βαθμολογίες και ανταγωνισμούς, με συντροφικότητα, ανοιχτές καρδιές και μπόλικη φαντασία!

Την Πέμπτη 10 Ιουλίου 2014

Το βράδυ στις 9

Στην αυλή της σβούρας (Σίνα 37)

Συμμετοχή ελεύθερη (προαιρετική ενίσχυση του κουμπαρά)