Το Σάββατο 6 Ιουλίου στις 8μμ, στην αυλή της σβούρας θα πραγματοποιηθεί ανοιχτή εκδήλωση-συζήτηση με θέμα “Ο αγώνας της ΕΡΤ και οι κινητοποιήσεις που έρχονται”. Την εισήγηση θα κάνει ο Νάσος Μπράτσος, δημοσιογράφος, εργαζόμενος στην ΕΡΤ και μέλος του Γενικού Συμβουλίου της ΠΟΕΣΥ. Μπορεί να νικήσει ο αγώνας των εργαζομένων; Τι ισχύει και τι όχι από όσα ακούμε για την ΕΡΤ; Τι δημόσια ραδιοτηλεόραση θέλουμε; Τι διδάσκει αυτή η εμπειρία για τις κινητοποιήσεις που έρχονται και σε άλλους κλάδους;
All posts by svourakorinthos
Εργαστήριο παιδικής δημιουργικής απασχόλησης με την Ξένια Καραγιάννη
Ένα απόγευμα γεμάτο με κατασκευές, χρώματα, γέλια και παιχνίδια
Στην αυλή της σβούρας την Τετάρτη 3 Ιουλιου στις 7.00 το απόγευμα
Συμμετοχή ελεύθερη για όλα τα παιδάκια
Ιούλιος 2013
Τρέξε Λόλα Τρέξε (Lola Rennt)
1998, σε σκηνοθεσία Τομ Τίκβερ με τους: Φράνκα Ποτέντε, Μόριτζ Μπλαϊμπτράου, Χέρμπερτ Κνοπ, Νίνα Πέτρι
Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Στο Βερολίνο της δεκαετίας του 1990, ο νεαρός Μάνι χάνει στο τρένο τα 100.000 μάρκα που πρέπει να επιστρέψει στο λαθρέμπορο Ρόνι. Απελπισμένος παίρνει τηλέφωνο την φίλη του Λόλα, η οποία θα κάνει τα πάντα για να τον βοηθήσει. Ακολουθεί το ανελέητο κυνηγητό διάρκειας 20 λεπτών για την ανεύρεση των χρημάτων – σε τρείς διαφορετικές εκδοχές.
ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Ένεση αδρεναλίνης από μια ολότελα σπινταριστή και ταυτόχρονα ευρηματική σκηνοθετικά ταινία, που αποτελεί την μεγάλη έκπληξη του γερμανικού σινεμά.
Είμαστε στο 1998,όταν ξεσπά το νέο μοντέρνο ευρωπαϊκό καλλιτεχνικό κίνημα, που θέλει ταινίες πρωτότυπες, επηρεασμένες από την ποπ κουλτούρα του ’60 (για να γίνει η ταινία πιο προσιτή στο ευρύ κοινό).
Εξού και μια μοντέρνα αντίληψη για την αφήγηση, που η καταγωγή της είναι τα Video games. Η συνεχής επανάληψη- αφήγηση μιας ιστορίας μέχρι να συμβεί το επιθυμητό αποτέλεσμα για τον παίκτη- θεατή υπάρχει μόνο στα Video games ..όπου ο παίκτης παίζει και ξαναπαίζει το ίδιο σενάριο μέχρι να κερδίσει. Όμως αυτή η συνεχής επανάληψη έχει ένα και μοναδικό σκοπό: πρέπει να επιτευχθεί το αίσιο τέλος της ιστορίας, δηλαδή το “Ζήσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα” ενός παραμυθιού.
Οι ταινίες του Τίκβερ χαρακτηρίζονται γενικά από ένα στυλιζάρισμα και από την έντονη παρουσία της μουσικής, η οποία δίνει τον ρυθμό στις εικόνες. Το Τρέξε Λόλα Τρέξε χαρακτηρίζεται από πολλούς “βίντεο κλιπ”, λόγω του έντονου ρυθμού, της ταχύτητας της εικόνας και της συνεχούς μουσικής υπόκρουσης. Ο σκηνοθέτης-που έχει συνθέσει μέρος του soundtrack-ευφυέστατα, επιλέγει τον νευρώδη ρυθμό της techno για να συνοδέψει το τρέξιμο της Λόλα.
Ωστόσο πίσω απ’ όλα αυτά υπάρχει κάτι άλλο: μια παράδοξη, για το σύγχρονο σινεμά, μεταφυσική των σχέσεων διαποτίζει τις εικόνες. Εδώ η μοίρα, η σύμπτωση, το τυχαίο (ή το ατύχημα) και η νομοτέλεια, καθορίζει την κίνηση της αφήγησης. Δεν υπάρχει ορθολογισμός στην δραματική πλοκή: τα πάντα συμβαίνουν όπως σ’ ένα παραμύθι και ο ρομαντισμός δίνει τον τόνο.
Ένα δαιδαλώδες σχήμα ανθρωπίνων σχέσεων που εναλλάσσονται και αλληλοεπηρεάζονται συνεχώς. Ο χρόνος, η επιλογή και η τύχη-και η εφαρμογή αυτών στη ζωή μας. Τυχαία μικρά περιστατικά που μπορούν να αλλάξουν τα πάντα. Το αιώνια αναπάντητο “Τι θα συνέβαινε εάν; ”
Ένα μικρό χάος..
Free Rainer (Τα Μυαλά μας Πίσω)
2007, σε σκηνοθεσία Χανς Βάινγκαρτνερ με τους: Μόριτζ Μπλάιμπτροϊ, Έλσα Σουλτζ Γκάμπαρντ, Μίλαν Πέσελ
Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Ο Rainer είναι ο εμπνευστής και δημιουργός άθλιων τηλεοπτικών σόου τα οποία όμως χαίρουν μεγάλης επιτυχίας στο τηλεοπτικό κοινό. Αηδιασμένος και ο ίδιος από τα τηλεοπτικά σκουπίδια που παράγει, θα έρθει η στιγμή που θα απαρνηθεί την επαγγελματική επιτυχία που του προσφέρουν και θα προκαλέσει τηλεοπτική επανάσταση.
ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Στα άδυτα της τηλεοπτικής αλλοφροσύνης μας μεταφέρει το φιλμ του Χανς Βάινγκαρτνερ. Ο σκηνοθέτης εκθέτει ένα ταξίδι αυτογνωσίας και αυτοεπίγνωσης του ήρωά του, Rainer, ενός τηλεοπτικού παραγωγού που έχει αγγίξει με τη δουλειά του τα όρια της μέγιστης επιτυχίας και ταυτόχρονα βαρβάτου ευτελισμού του μέσου και της ανθρώπινης φύσης. Ο Rainer λοιπόν σε μια κρίση επίγνωσης δοκιμάζει συναισθήματα απόλυτης απογοήτευσης για την ουσία της δουλειάς του, που δεν είναι τίποτα περισσότερα από καλογυαλισμένα σκουπίδια που ικανοποιούν τα πιο ταπεινά ανθρώπινα ένστικτα και αποφασίζει να ξεκινήσει ο ίδιος μια επανάσταση που θα φέρει τα πάνω κάτω στην τηλεοπτική πραγματικότητα. Απέναντί του όμως θα βρεθούν οι δυνάμεις της τηλεοπτικής αγοράς που συνθλίβουν στο πέρασμά τους κάθε προσπάθεια στοιχειοθέτησης μιας ιδεολογίας πέρα αυτής που θεοποιεί την κατανάλωση και τα κέρδη. Όμορφα πρόσωπα, πολύ καλή κλιμάκωση ρυθμού και δυναμική σκηνοθεσία σε μια ταινία για τις αλήθειες και κυρίως τα ψέματα της τηλεοπτικής πραγματικότητας που όλοι μας λίγο ως πολύ στηρίζουμε με τις επιδερμικές μας επιλογές.
Σε μια Γερμανία που αποτελεί το κυριότερο παράδειγμα μιας φιλελεύθερης καπιταλιστικής κοινωνίας, βλέπουμε την οργή για τον υπνωτισμό των πολιτών με χαμηλού επιπέδου τηλεοπτικά προγράμματα ,την καθοδήγηση τους μέσα από τα προϊόντα της και την προσπάθεια ανατροπής αυτής της κατάστασης. Το ερώτημα βέβαια παραμένει..το κοινό υπνωτίζεται από τα τηλεοπτικά προγράμματα που του προσφέρουν ή τα τηλεοπτικά προγράμματα αυτού του είδους είναι αυτά που ζητάει το ίδιο το κοινό;
Η ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ
Η νέα φτώχεια είναι αυτή που προωθείται από τα ΜΜΕ. Υπάρχουν σπουδαία ντοκιμαντέρ και πολιτικά ρεπορτάζ, αλλά σταδιακά εξαφανίζονται. Ακόμη και τα κρατικά κανάλια δεν υπηρετούν τον σκοπό τους. Κυνηγάνε τα ποσοστά τηλεθέασης ακριβώς όπως και τα ιδιωτικά κανάλια, δίχως να έχουν λόγους να κάνουν κάτι τέτοιο, με αποτέλεσμα να προβάλουν σαπουνόπερες στις καλύτερες ώρες και τις γερμανικές κινηματογραφικές ταινίες σε ώρες που το κοινό κοιμάται.
Ας κάνουμε τις αναγωγές μας λοιπόν και στη δική μας πραγματικότητα κι ας διεκδικήσουμε τελικά την τηλεόραση που θέλουμε.
V for Vendetta: Αλεξίσφαιρες ιδέες σε περίοδο κρίσης με τον Δημήτρη Ουλή
Στη σημερινή συνάντηση, ο κοινωνικός ανθρωπολόγος και συγγραφέας Δημήτρης Ουλής, μας προσκαλεί σε μία ανθρωπολογική, φιλοσοφική, θρησκειολογική και πολιτική ανάλυση της ταινίας V for Vendetta (2005) των Andy και Lana Wachowski, βασισμένης στο ομώνυμο κόμικ των Alan Moore και David Loyd.
Συνεχίζοντας μία ενδιαφέρουσα, όσο και απαιτητική συζήτηση η οποία ξεκίνησε στο πλαίσιο της προηγούμενης συνάντησής μας, ο σημερινός ομιλητής θα προσπαθήσει να ξαναδιαβάσει το V for Vendetta με γνώμονα την τρέχουσα κοινωνικοπολιτική και οικονομική συγκυρία, αλλά και τα πελώρια ερωτήματα που αυτή θέτει: ερωτήματα που αφορούν στη βία και τη νομιμοποίησή της, τον έρωτα και την εξέγερση, τη συνωμοσία και τη μνήμη, τη μεσσιανική προσδοκία και την αυτοθυσία. Παράλληλα, θα προσπαθήσει να διερωτηθεί για την γενικευμένη αμηχανία που φαίνεται να έχει κυριεύσει το κίνημα ύστερα από τις τελευταίες «εθνικές» εκλογές, καθώς και για τα πιθανά αίτια της απουσίας οποιασδήποτε σοβαρής εξεγερσιακής και αντιστασιακής πρωτοβουλίας τον τελευταίο τουλάχιστον χρόνο. Υπάρχει κάποιος τρόπος να υπερβούμε αυτήν την αμηχανία; Υπάρχουν κάποιες «αλεξίσφαιρες» ιδέες στο όνομα των οποίων θα μπορούσαμε να ξανακάνουμε αισθητή την παρουσία μας και να διεκδικήσουμε έναν καλύτερο κόσμο;
Ο Δημήτρης Ουλής γεννήθηκε στην Αθήνα το 1971. Σπούδασε Θεολογία στη Θεολογική Σχολή του Α.Π.Θ., Φιλοσοφία στο τμήμα Φ.Π.Ψ. της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών και Κοινωνική Ανθρωπολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Πολιτικών και Κοινωνικών Επιστημών. Σπούδασε επίσης ακορντεόν, πιάνο και ανώτερα θεωρητικά της Μουσικής στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών. Ασχολήθηκε ενεργά με το χώρο της ενοριακής κατήχησης και δίδαξε τόσο στη δευτεροβάθμια όσο και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Είναι συγγραφέας δύο βιβλίων: Ο Έρωτας και η Νεοπλατωνίνη: μια θεολογία της Σωματικής Επαφής (Αθήνα: Εξάντας 2001) και Unplugged: Αυτοβιογραφικές σημειώσεις ενός Εφέδρου Λοχία (Αθήνα: Θρησκειολογία – Ιερά/Βέβηλα 2006). Παράλληλα, είναι ιδρυτικό μέλος του σεμιναρίου έρευνας και προβληματισμού Clandestino και τακτικός αρθρογράφος στην εφημερίδα Δρόμος της Αριστεράς. Εχει επίσης συμμετάσχει με μελέτες, βιβλιοκριτικές και δοκίμιά του σε διάφορα λεξικά, επιστημονικά περιοδικά και συλλογικούς τόμους, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.
V for Vendetta
2005, σε σκηνοθεσία Τζέιμς ΜακΤιγκ με τους: Νάταλι Πόρτμαν, Χιούγκο Γουίβινγκ, Στίβεν Ρία, Στίβεν Φράι, Τζον Χαρτ
Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Στο εγγύς μέλλον του 2020 η φασιστική κυβέρνηση του Άνταμ Σάτλερ στερεί θεμελιώδη δικαιώματα από το βρετανικό λαό. Μ.Μ.Ε. που λειτουργούν ως φερέφωνα, απαγόρευση κυκλοφορίας,αστυνομοκρατούμενο κράτος και προπαγάνδα είναι μερικές μόνο από τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται. Οι πολίτες τελούν εν υπνώσει υπακούοντας τυφλά σε ό,τι τους ζητούν με πρόσχημα την προστασία τους από την αναρχία, τη τρομοκρατία και το χάος. Ένας όμως μυστηριώδης άνδρας που αυτοαποκαλείται ‘V’ κυκλοφορεί στο σκοτάδι φορώντας μία μάσκα με το πρόσωπο του Γκάι Φωκς και έχει σκοπό να ανατρέψει τη κατάσταση επιχειρώντας να επαναλάβει το εγχείρημα του εμπνευστή του. Για να πετύχει το σκοπό του πρέπει πρώτα να προσπαθήσει να κερδίσει τη προσοχή και την υποστήριξη του λαού χωρίς να πέσει στα χέρια της κυβέρνησης. Σε αυτή του τη προσπάθεια θα βρει έναν ανέλπιστο σύμμαχο, μια νεαρή κοπέλα με το όνομα Ίβι.
ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
‘Remember remember the fifth of November, the Gunpowder, treason and plot.
I see of no reason why the gunpowder treason should ever be forgot’.
(Τη νύχτα εκείνη του 1605 ο Γκάι Φωκς επιχείρησε να ανατινάξει το Κοινοβούλιο της Βρετανίας ως αντίδραση στη τυραννική βασιλεία του Ιακώβου του Ι. Η Συνωμοσία της Πυρίτιδας όπως ονομάστηκε το εγχείρημα αυτό έληξε άδοξα όταν ο Φωκς και οι συνεργάτες του συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν.)
Βασισμένο στο ομώνυμο κόμικ, των Άλαν Μουρ και Ντέιβιντ Λόιντ. το «V for Vendetta» καταφέρνει να κερδίσει τη προσοχή του θεατή από τα πρώτα ακόμα λόγια της Ίβι.
Η ταινία με δυσκολία μπορεί να ενταχθεί μονοσήμαντα σε ένα κινηματογραφικό είδος. Καταρχάς χρησιμοποιεί διαφορετικούς τρόπους έκφρασης ανάλογα με τις περιστάσεις. Εκφράζεται θεατρικά, λυρικά, αλληγορικά μέσα από μία γλώσσα άλλοτε ωμή-απόλυτη και άλλοτε εκλεπτυσμένη. Οι θεατές γίνονται μάρτυρες μίας πληθώρας οπτικών ερεθισμάτων καθώς και εύστοχων σύγχρονων πνευματικών αναζητήσεων. Οι ομοιότητες των δρώμενων με το σύγχρονο κοινωνικό status-quo είναι σε αρκετά σημεία ανατριχιαστικές. Ο φασισμός, η χειραγώγηση των μαζών, η προπαγάνδα, η ανελευθερία με πρόσχημα την ασφάλεια δεν αποτελούν άγνωστες έννοιες για το σύγχρονο άνθρωπο αν και σπανίζουν αντίστοιχες αναφορές στον αμερικανικό κινηματογράφο.
Ένας οργισμένος μασκοφόρος που μισεί η εξουσία και ο μέσος άνθρωπος έχει μάθει να φοβάται και δρα περισσότερο σαν καταλύτης εξελίξεων παρά σαν κύριος κορμός της διήγησης. Η Ίβι, ένας κλασσικός τύπος αντι-ήρωα που εν δυνάμει συμβολίζει το καθένα από εμάς. Ένας υστερικός μηχανισμός ελέγχου προεξάρχοντος του Σάτλερ, που παρουσιάζει σατανική ομοιότητα με το ναζιστικό καθεστώς…Φιγούρες που θυμίζουν κάτι απ το σήμερα και συνιστούν την επιτυχία της ταινίας.
Σε αυτό συμβάλλουν η σημαντικά συνεπής σεναριακή ροή, η άψογη φωτογραφία, η δυναμική μουσική, οι ενδιαφέροντες συμβολισμοί που μας ‘κλείνουν το μάτι’ αλλά και οι ερμηνείες που κάνουν αίσθηση.
Φοβερή παραγωγή των Λάρι και Άντι Γουατσόφσκι.
2046
2004, σε σκηνοθεσία Γουόνγκ Καρ-Βάι με τους: Τόνι Λενγκ, Ζανγκ Ζιγί, Γκονγκ Λι, Φέι Γουόνγκ
Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Ένας συγγραφέας στο Χονγκ Κονγκ και τη Σιγκαπούρη των σίξτις γράφει ένα μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας που διεξάγεται το 2046, ενώ παράλληλα διάγει τη ζωή ενός δανδή, προσέχοντας να μη συνδεθεί συναισθηματικά με τις εκάστοτε κατακτήσεις του, συνήθως γειτόνισσες των ξενοδοχείων όπου μένει και κατά προτίμησιν ενοίκους του δωματίου 2046.
ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Είναι άραγε εφικτό να ξεχάσει κάποιος τις αναμνήσεις του χωρίς να μεσολαβήσει κάποια φυσική αιτία; Nα τις θάψει τόσο βαθιά που η ανάκτησή τους να απαιτεί απίστευτες προσπάθειες ακόμα και τη μεταβίβασή του στο μέλλον προκειμένου να τις ξαναβρεί, και γιατί θα έπρεπε να προχωρήσει τόσο μπροστά για να βρει κάτι που αφορά στο παρελθόν του; Υπάρχει κάποια λογική διεργασία που υπαγορεύει οποιαδήποτε κίνηση εμπρός για να βρεθείς αντιμέτωπος με τα δεσμά του παρελθόντος σου; Κι αν όντως είναι δεσμά γιατί να θελήσεις να τα αιχμαλωτίσεις στη μνήμη σου; Μοιάζει με μάταιο αγώνα ενάντια σε κάτι που προφανώς είναι εξαιρετικής σημασίας για την ύπαρξή μας και τόσο έντονα συνυφασμένο με αυτό που αναμένουμε ώστε ο ίδιος πόνος που προκαλείται από τις αναμνήσεις μετασχηματίζεται σε λαχτάρα αναζήτησής τους όταν κάπου κρυφτούν.
Το 2046, γυρισμένο σχεδόν κατ’αποκλειστικότητα σε εσωτερικούς χώρους που βοηθούν στην ευκρινή αποτύπωση της συναισθηματικής παγίδευσης των ηρώων του μέσα στον περιοριστικό τους κόσμο που γίνεται σύμβολο της εσωτερικής καταναγκαστικής τους απομόνωσης, μοιάζει άλλοτε με τους σύντομους μονολόγους του δημοσιογράφου-συγγραφέα που σχολιάζει επιλεγμένα κομμάτια της ζωής του και άλλοτε με τη σιωπηλή ομορφιά ενός ζωγραφικού πίνακα ή την περίπλοκη ανακολουθία φωτογραφιών από διάφορα περιστατικά της ζωής κάποιου.
Ο Γουόνγκ Καρ-Βάι μας απομακρύνει από το κέντρο των χαρακτήρων του αποδιοργανώνοντας τα όποια συμπεράσματά μας γι’αυτούς. Πλάθει πολύ ανθρώπινες και ταυτόχρονα απρόσιτες φιγούρες που κρύβουν καλά το περιεχόμενό τους. Οι ήρωές του είναι πολύ εύθραυστοι, πολύ εγωιστές ή αρκετά συνειδητοποιημένοι για να καταλάβουν πως είναι πια αργά γι’αυτούς ώστε να παραδοθούν στη αλλαγή.
Μια ταινία για τις αγάπες που έφυγαν ή για εκείνες που δεν ήταν γραπτό να ευδοκιμήσουν. Μια ταινία χαμένης μνήμης και αναπόλησης.
Μια ιστορία με έρωτα χωρίς ίχνος χυδαιότητας, μια ιστορία με δάκρυα χωρίς ίχνος κλισέ δραματουργίας. Μια ιστορία που ανατρέπει τα κοινά και τετριμμένα και τα μετουσιώνει σε αγνά και απλά συναισθήματα.
Ακαταμάχητης γοητείας η μουσική της ταινίας.
Παιδική δημιουργική απασχόληση με την Ξένια Καραγιάννη
Παιδική δημιουργική απασχόληση για τους μικρούς μας φίλους