Category Archives: Εκδηλώσεις

Ο Τρελός Πιερό

pierrot-le-fou-poster
Τρίτη 9 Αυγούστου 2016

1965, σε σκηνοθεσία  Ζαν Λουκ Γκοντάρ με τους: Ζαν Πολ Μπελμοντό, Αννα Καρίνα, Σάμουελ Φούλερ

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Ο Πιερό εγκαταλείπει την γυναίκα και την κόρη του και το σκάει από το Παρίσι με την babysitter προσπαθώντας μαζί να αποφύγουν τους επαγγελματίες Αλγερινούς δολοφόνους που την καταδιώκουν. Μετακινούνται διαρκώς στη Μεσόγειο και στην διάρκεια του ταξιδιού φιλοσοφούν για τα πάντα.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
«Μετά τα πενήντα, ο Βελάσκεθ δε ζωγράφιζε πια κάτι συγκεκριμένο.
Πλανιόταν γύρω από τα πράγματα με τον αέρα και το λυκόφως,
ξάφνιαζε τη σκιά, τη διαφάνεια, τους χρωματιστούς παλμούς,
που ήταν το κέντρο της σιωπηλής συμφωνίας του.
Έπιανε μόνο τις μυστηριώδεις αλλαγές στον κόσμο,
που αλληλοεπηρεάζονται σε σχήματα και τόνους
σε μια διαδικασία μυστική και αέναη,
που τίποτα δεν μπορεί να διακόψει την πορεία της.
Ο χώρος βασιλεύει».

Με τη δέκατη ταινία του, ο Γκοντάρ επιχειρεί μια «ανακεφαλαίωση» κι έναν απολογισμό τού μέχρι τότε έργου του. Ο Τρελός Πιερό δεν είναι παρά ένα «μικρό λεξικό» της γκονταρικής γλώσσας, των έμμονων ιδεών του και της τεχνικής του. Όλα τα θέματα που τον απασχόλησαν – και που θα τον απασχολήσουν στο μέλλον – , θα τα βρούμε συγκεντρωμένα σ’ αυτή την ταινία: ο έρωτας -συνώνυμο του θανάτου, η τρυφερότητα – συνώνυμο της αδεξιότητας, η ασυνεννοησία — συνώνυμο του πολιτισμού μας, η βλακεία -συνώνυμο της κακίας, η αδιαφορία για τον πλησίον – συνώνυμο της συμβατικής ηθικής. Κοντά σ’ αυτά, θα βρούμε κι εδώ την ιδέα-κλειδί για την κατανόηση ολόκληρης της θεματολογίας του: τη μάταιη αναζήτηση ενός χαμένου παραδείσου μέσα σ’ έναν κόσμο κατοικημένο από ψοφοδεή ανθρωπάκια.
Όσο οι άνθρωποι δεν καταφέρουν να συνεννοηθούν απευθείας με τη ματιά, με την αφή, με τα ένστικτα, οι λέξεις θα τους καταδυναστεύσουν πάντα και το ψέμα θα βρίσκει έναν τρόπο να χώνεται ανάμεσα τους. Ο λόγος είναι μια μάσκα που κρύβει την εικόνα, η οποία, αν δεν αντιπροσωπεύει την αλήθεια αυτή καθ’ αυτή, δίνει τουλάχιστον μια σαφή περιγραφή του κόσμου των φαινομένων. «Στις μέρες μας, όπου οι πάντες σκέφτονται βαθιά, το να λες βλακείες είναι ο μόνος τρόπος για να αποδείξεις πως έχεις ελεύθερη και ανεξάρτητη σκέψη», λέει ο Μπορίς Βιαν. Όμως, το να λες βλακείες με την εικόνα για ν’ αποδείξεις την ελευθεροφροσύνη σου, είναι κάτι περισσότερο από δύσκολο……
Ο τρελός Πιερό είναι μια ταινία-έρευνα, με την οποία ο Γκοντάρ προσπαθεί να σπάσει την κρούστα των φαινομένων και να πλησιάσει την ουσία. Ο ίδιος, χαρακτηρίζει τον «Τρελό Πιερό» σαν μια σπουδή ταινίας, που μιλά όχι για τους ανθρώπους και τα πράγματα, αλλά γι’ αυτό που βρίσκεται ανάμεσά τους και που ποτέ μέχρι τώρα δεν προβλημάτισε το σινεμά. Απελευθερωμένος από τις συμβάσεις της κλασικής δραματoυργίας αφήνεται να παρασυρθεί από ένα γνήσιο ποιητικό οίστρο.
Η ταινία είναι μια διερεύνηση του τρόπου με τον οποίο είναι δυνατόν να ξύσουμε με την κάμερα, τη σκουριά που έχει επικαθίσει στους ακαδημαϊκούς εγκεφάλους. Η πίστη του Γκοντάρ στην τέχνη του είναι πραγματικά συγκινητική.
Παράλληλα αποτελεί έναν αναρχικό ύμνο για μια γενιά που βιώνει το υπαρξιακό αδιέξοδο, ενώ θεωρείται η τελευταία μεγάλη ταινία της «νουβέλ βάγκ».

«Ένα πείραμα, μια προσπάθεια να αιχμαλωτίσω στο σελιλόιντ την ίδια την ουσία της ζωής.»
Ζαν Λουκ Γκοντάρ

Η Αιώνια Λιακάδα Ενός Καθαρού Μυαλού

2004, σε σκηνοθεσία Μισέλ Γκοντρί και σενάριο Τσάρλι Κάουφμαν με τους: Τζιμ Κάρεϋ, Κέιτ Γουίνσλετ, Κίρστεν Ντανστ, Ελάιτζα Γουντ, Μαρκ Ράφαλο

Τρίτη 26 Ιουλίου 2016
Τρίτη 26 Ιουλίου 2016

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Ο Τζόελ απευθύνεται σε μια κλινική “διαγραφής της μνήμης” για να του σβήσουν κάθε ανάμνηση από τη σχέση του με την πρώην αγαπημένη του Κλεμεντάιν.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Το Human Nature, το κινηματογραφικό ντεμπούτο του σκηνοθέτη Μισέλ Γκοντρί, δεν είχε δυστυχώς ιδιαίτερη τύχη στις ελληνικές αίθουσες. Στην Αιώνια Λιακάδα (Eternal Sunshine of the Spotless Mind) συνεργάζεται για δεύτερη φορά με το σεναριογράφο Τσάρλι Κάουφμαν, μια από τις πιο πρωτότυπες και έξυπνες πένες στο χώρο του κινηματογράφου τα τελευταία χρόνια, που έχει ήδη στο ενεργητικό του τα Being John Malcovich και Adaptation.
Ο Γκοντρί δημιουργεί ένα σουρεαλιστικό περιβάλλον που αποδίδεται με τον πιο γήινο τρόπο: η χρήση των εφέ γίνεται όχι για εντυπωσιασμό, αλλά συντελεί στην εξέλιξη της υπόθεσης. Όσο παλαβή και αν φαίνεται η σεναριακή ιδέα, η ταινία αφηγείται την αρχαιότερη ιστορία του κόσμου: ένα αγόρι συναντά ένα κορίτσι, ερωτεύονται, αρχικά τα πράγματα πηγαίνουν καλά μέχρι που εμφανίζονται οι πρώτες δυσκολίες. Εδώ όμως οι κοινοτυπίες αποφεύγονται και η ιστορία παρουσιάζεται σε αντίστροφη γραμμική πορεία.
Εκμεταλλεύεται στο έπακρο κάθε μικρή, συναισθηματική πτυχή της ιστορίας που έχει στα χέρια του αλλά και της μορφής της αφήγησης. Δημιουργεί ένα δαιδαλώδες μονοπάτι που περνάει μέσα από το μυαλό διασκορπώντας, αναγεννώντας και εξοντώνοντας μνήμες για να μας οδηγήσει στην σύλληψη της απόλυτης ιδέας του έρωτα που πληγώνει. Αλλά και πάλι μπορεί να είναι οι αναμνήσεις του χαρακτήρα -καλές ή κακές- με τον τρόπο που εκείνος τις συγκράτησε στο μυαλό του και όχι απαραιτήτως, όπως συνέβησαν στην πραγματικότητα.
Εντυπωσιακός ο Κάρεϋ στον ωριμότερο και ίσως καλύτερο  ρόλο της καριέρας του, που υποδύεται τον Τζόελ με μοναδική ανθρωπιά. Έναν άνθρωπο λιγομίλητο, με πρόβλημα έκφρασης σκέψεων και συναισθημάτων, που προσπαθεί να διαφυλάξει τη μνήμη της Κλεμεντάιν. Φοβερή η ερμηνεία της Γουίνσλετ, που αφήνει να εξωτερικευτεί κάθε συναίσθημα, κάθε σκέψη αλλά και κάθε φόβος που κρύβεται μέσα της, βοηθώντας παράλληλα να διαβάσει κανείς και τους υπόλοιπους χαρακτήρες που συνδιαλέγονται μαζί της.. Στο πλευρό τους ένα εξαιρετικό δευτερεύον cast το οποίο έχει τον απαραίτητο χώρο για να εκφραστεί και να αναπνεύσει, ήρωες με τις δικές τους ζωές και τις παράλληλες ιστορίες, που διαπλέκονται με την κύρια των ηρώων και περιλαμβάνουν μερικές μικρο-εκπλήξεις μέχρι να καταλήξουμε στο φινάλε.
Το ερώτημα που αιωρείται είναι αν χωρίς μνήμη μπορεί να υπάρξει (παρελθόν άρα και) μέλλον. Αν αξίζει ένα καθαρό από τις θλιβερές μνήμες μυαλό, όταν ελλοχεύει ο κίνδυνος να αδειάσει και από τις θετικές.
Σε ένα μονοπάτι που έχει ήδη περπατηθεί και χωρίς να το γνωρίζουν, οι ήρωές μας διασταυρώνονται ξανά, με έναν Κάουφμαν να τους θέλει μαζί νομοτελειακά, όσο κι αν εμφανίζονται εμπόδια που τους απομακρύνουν. Το ζευγάρι ζει με τις επιλογές του, με τα λάθη του. Κανείς δεν τους εγγυάται ότι δεν θα τα ξανακάνουν όμως, ότι δε θα ακολουθήσουν πανομοιότυπη διαδρομή. Αυτοί επιλέγουν να το ζήσουν..

Η ταινία είναι σίγουρα Καουφμανική. Από την πρώτη μέχρι την τελευταία της σκηνή, η δαιμόνια συγγραφική φύση του δημιουργού είναι παρούσα. Από τον τίτλο-σιδηρόδρομο (στίχος από το ποίημα Eloisa to Abelard του Alexander Pope), μέχρι τους –σωστά- αναχρονισμένους τίτλους της ταινίας.

How happy is the blameless vestal`s lot!
The world forgetting, by the world forgot.
Eternal sunshine of the spotless mind!
Each pray`r accepted, and each wish resign`d.

Σμυρνέικο και ρεμπέτικο γλέντι

Σμυρνέικο και ρεμπέτικο γλέντι στην αυλή της σβούρας, 13707795_877800185657221_967853542001103477_n
με τις Ευαγγελία Τζιόμαλλου (τραγούδι),
Δήμητρα Μετζάκη (ούτι, ακορντεόν) και
Ειρήνη Ζώγαλη (μπουζουκι),
με τσιπουράκι και τα λοιπά!
Όπως πάντα με ελεύθερη είσοδο.

Κοκταίηλ Πάρτυ

Το Σάββατο από τις 7μμ cocktail party στην αυλή,13775375_877401645697075_3424478823463268904_n
με mojito, caipiroska και διάφορα άλλα σε προσιτές τιμές!

Στα decks θα είναι ο Βασίλης Χρισταράς και η Αδαμαντία Στριμενοπούλου,
με swing, cuban αλλά και electro και britpop καλοκαιρινές μουσικές επιλογές.

Old Boy

2003, σε σκηνοθεσία Τσαν-Γουκ Παρκ με τους: Μιν-Σικ Τσόι, Χίε-Τζουνγκ Γκανγκ, Τζι-Τάε Γιου

Τρίτη 19 Ιουλίου 2016
Τρίτη 19 Ιουλίου 2016

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Ένας άντρας κλείνεται βίαια και δίχως προφανή λόγο μέσα σε ένα δωμάτιο για δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια, έχοντας συντροφιά μόνο μια τηλεόραση. Όταν αναπάντεχα απελευθερώνεται θα ζητήσει εκδίκηση προς το άγνωστο, γνωρίζοντας πως έχει μόνο πέντε ημέρες για να τα καταφέρει

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Αποτελεί το δεύτερο (και κατά πολλούς καλύτερο) μέρος της «Τριλογίας της εκδίκησης» του σκηνοθέτη, που ξεκίνησε το 2002 με την ταινία ”Sympathy for Mr.Vengeance” και τελείωσε το 2005 με την ταινία ”Η εκδίκηση μιας κυρίας”.
Το στόρι της ταινίας-που βασίζεται εν μέρει στο ομώνυμο δημοφιλές manga comic των Νομπουάκι Μινεγκίσι και Γκάρον Τσουσίγια- μας παρουσιάζει έναν συνηθισμένο άνθρωπο που απάγεται από αγνώστους και μένει φυλακισμένος επί 15 χρόνια για άγνωστους λόγους. Όταν τελικά καταφέρνει να δραπετεύσει αρχίζει να αναζητά σε έξαλλη κατάσταση τους υπαίτιους χωρίς να γνωρίζει ότι ο άνθρωπος που κρύβεται πίσω από όλα αυτά ελέγχει στην πραγματικότητα την κάθε του κίνηση, κάνοντάς τον μια μαριονέτα σ’ ένα μακιαβελικό σχέδιο εκδίκησης..
Μέγα βραβείο Φεστιβάλ Καννών 2004.
Η σκηνοθεσία του Τσαν-Γουκ Παρκ δεν αφήνει περιθώρια να αποκλίνει κανείς από το στόχο. Η κάμερα κινείται υπερφυσικά και καταφέρνει να εστιάζει στα σωστά σημεία. Σκηνές ανθολογίας με τη χρήση της κάμερας στο πλάι να φέρνει σε videogame.
Ο Τσαν-Γουκ δεν κάνει κατάχρηση των μέσων του, είναι στυλάτος όσο χρειάζεται αλλά παράλληλα κάνει και ένα πραγματικά έξυπνο μοντάζ (ειδικά στα σημεία όπου η οθόνη χωρίζεται στα δύο ή στα σημεία των αριστοτεχνικών φλας μπακ).
Αποτέλεσμα: Σκηνές που σοκάρουν είτε από την ωμή αναπαράσταση, είτε από την εκθαμβωτική ομορφιά τους. Πρωτότυπες και φρέσκες ασιατικές ιδέες που προκαλούν αλλά ταυτόχρονα έχουν να προσθέσουν το κάτι παραπάνω στον παγκόσμιο κινηματογράφο. Η σύνθεση περιπέτειας, βίας και στοιχείων που κανείς δεν έχει σκεφτεί και φυσικά δεν περιμένει να παρακολουθήσει στη μεγάλη οθόνη με απίστευτα παρανοϊκά twists και συγκλονιστικές εκπλήξεις.
Οι μουσικές επιλογές τονίζουν ακόμη περισσότερο την τραγικότητα απάντων των ηρώων και αιτιολογούν τις συμπεριφορές τους και τα ξεσπάσματα βίας τους. Πέρα από το κομμάτι του Vivaldi, ολόκληρο το score της ταινίας συνέθεσε ο καταπληκτικός συνθέτης Γιονγκ-Γουκ Τζο, που έχει γράψει μουσική και για άλλες δημιουργίες του Παρκ.
Το Old Boy δεν διστάζει να προσεγγίσει με σκληρό ρεαλισμό έννοιες όπως η αμαρτία, η εκδίκηση, η μετάνοια και παράλληλα να βουτήξει μέσα στο αίμα τους ήρωες της. Ακόμη, όπως όλα τα σπουδαία δημιουργήματα του παγκόσμιου κινηματογράφου, έτσι κι αυτή η ταινία βασίζεται πάρα πολύ στον ρόλο που διαδραματίζουν οι εμπειρίες, τα βιώματα, τα λάθη και τα πάθη στη ζωή των ανθρώπων.
Η ταινία αποτελεί ακόμη μια απόδειξη ότι οι Ασιάτες σκηνοθέτες τόσο του θεάτρου αλλά και του κινηματογράφου γνωρίζουν σε βάθος εκτός από την δική τους βαθιά θεατρική παράδοση και την αρχαία ελληνική τραγωδία. Τους κανόνες της, τη θεματολογία της, τις συμπεριφορές των ηρώων και πάνω απ’όλα τη βιαιότητα που κρύβει η μετάβαση από την πλήρη άγνοια στην γνώση και από εκεί στην κάθαρση. Και όλα αυτά είναι στάδια που οι χαρακτήρες του Παρκ Τσαν-Γουκ τα περνάνε. Και οι ηθοποιοί του τα αποδίδουν με μεγαλειώδεις ερμηνείες..

Παρίσι, Τέξας

1984, σε σκηνοθεσία Βιμ Βέντερς, με τους  Χάρι Ντιν Στάντον, Ντιν Στόκγουελ, Ναστάζια Κίνσκι, Χάντερ Κάρσον

Τρίτη 5 Ιουλίου 2016
Τρίτη 5 Ιουλίου 2016

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Η ιστορία είναι για μια χαμένη ψυχή τον Τράβις, ο οποίος εκτός από την ψυχή του έχει χάσει την μνήμη του και την οικογένεια του. Τον βρίσκει ο αδερφός του και καταφέρνει να του επαναφέρει τις μνήμες του και να τον φέρει σε επαφή με τον γιο του τον οποίο τον μεγαλώνει ο ίδιος σαν πατέρας του. Από εδώ ξεκινά το μεγάλο ταξίδι του Τράβις μαζί με τον γιο του για την αναζήτηση της γυναίκας του και μητέρας του παιδιού.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Ο Γερμανός σκηνοθέτης μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το σενάριο του διάσημου θεατρικού συγγραφέα και ηθοποιού Σαμ Σέπαρντ το οποίο αποτελεί διασκευή της νουβέλας του Λ. Μ. Κιτ Κάρσον.
Το Παρίσι είναι μια πόλη του Τέξας συνονόματη με τη γαλλική πρωτεύουσα. Είναι επίσης μια πολύ ενδιαφέρουσα αντίφαση, η οποία συνδέει την κομψότητα με το κιτς, τη μεγαλούπολη με την έρημο, την ευρωπαϊκή ιστορία με το αμερικανικό παρόν.  Εδώ αντιπροσωπεύει τον ιδεατό τόπο «καταγωγής» ενός ήρωα χωρίς παρελθόν, ο οποίος ξεκινά ένα διπλό οδοιπορικό.
Με τη βοήθεια του φωτογράφου Ρόμπι Μίλερ και του μουσικού Ράι Κούντερ (το υποβλητικό slide guitar σκορ του είναι εμπνευσμένο από το «Dark was the night, cold was the ground» του Μπλάιντ Γουίλι Τζόνσον), ο Βιμ Βέντερς μετατρέπει ένα απλό, λιγόλογο road movie σε μια βαθιά εσωτερική οδύσσεια η οποία περιγράφει σπαρακτικά τη σισύφεια αναζήτηση του σύγχρονου ανθρώπου για επικοινωνία.
Πρόκειται για ένα απόλυτα μοντέρνο αριστούργημα το οποίο εξελίσσει το σινεμά του Αντονιόνι και των ανεξάρτητων αμερικανικών ’60s & ’70s, βραβευμένο με Χρυσό Φοίνικα στο φεστιβάλ Κανών.
Το road Movie του Βιμ Βέντερς είναι αλληγορικό και αποτίνει φόρο τιμής στην Beat Generation, αποτελώντας σημείο αναφοράς κάθε ελεύθερου πνεύματος.
Με βασανιστικούς ρυθμούς αλλά και μία ισορροπημένη και συμπαγή αφήγηση ο Βέντερς κάνει εικόνα το σενάριο του Σέπαρντ κατορθώνοντας – πάντα και με την βοήθεια του ερμηνευτή του- να ενσωματώσει στα πλάνα του την ανθρώπινη αγωνία που γεννά η πολυπλοκότητα των συναισθημάτων και την άκαρπη προσπάθεια έκφρασης των συναισθημάτων αυτών που συχνά οδηγεί στην μοναξιά.
Οι ήρωες του Βέντερς έχουν περάσει πολλά στην ζωή τους, έχουν τραύματα που προσπαθούν να επουλώσουν και να γιατρέψουν και όπως συμβαίνει στη πραγματική ζωή αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο και απαιτεί θυσίες.
Οι ήρωες του Βέντερς είναι άνθρωποι με αδυναμίες που αγαπάνε παράφορα που αντιδρούν και μιλάνε διαφορετικά..

..και εμείς τους αγαπάμε γι αυτό.

Άσε το Κακό να Μπει

2008, σε σκηνοθεσία του Τόμας Άλφρεντσον, με τους Κάρε Χέντεμπραντ, Λίνα Λίντερσον, Περ Ράγκναρ, Χένρικ Νταλ

Τρίτη 28 Ιουνίου 2016
Τρίτη 28 Ιουνίου 2016

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Στη Σουηδία του 1982, ο μοναχικός 12χρονος Όσκαρ μεγαλώνει με τη μητέρα του. Θα γνωρίσει τη συνομήλική του Έλι, την καινούργια του γειτόνισσα, για την οποία νιώθει μια παράξενη έλξη. Ταυτόχρονα, όμως, αρχίζει να υποπτεύεται ότι έχει κάποια σχέση με μια σειρά μυστηριωδών φόνων που συμβαίνουν στην περιοχή.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Η ταινία είναι μια μεταφορά του ομότιτλου μυθιστορήματος του John Ajvide Lindqvist, που πρωτοκυκλοφόρησε στη Σουηδία το 2004. Ο ασυνήθιστος συνδυασμός στοιχείων ρομάντζου, τρόμου, και αστικού δράματος του εξασφάλισε μια θέση στις λίστες των μπεστ-σέλερς. Ο συγγραφέας είναι πρώην stand-up κωμικός, μάγος και σεναριογράφος της τηλεόρασης. Μέχρι στιγμής, το βιβλίο έχει μεταφραστεί σε 9 γλώσσες κι έχει βρει διανομή σε 12 χώρες.
«Let the right one in
Let the old dreams die
Let the wrong ones go
They cannot do what you want them to do
And when at last it does
I’d say you were within your rights to bite
The right one and say, what kept you so long ?»
(«Let the right one slip in», Morissey)
Το ότι ο έρωτας κι ο θάνατος είναι έννοιες αλληλένδετες και συμπληρωματικές, το ότι είναι δυο όμοιες καταστάσεις της ανθρώπινης ύπαρξης που συναντιούνται στα άκρα, δεν είναι κάτι καινούριο. Μύθοι, θρύλοι, παραδόσεις, ποίηση, μουσική, τραγούδια, αφηγήσεις χιλιάδων ετών κρύβουν αυτή τη σχέση στο θερμό πυρήνα τους. Οι περισσότερες από αυτές, όμως, μιλούν για το πόσο κοντά είναι η εμπειρία του έρωτα με αυτήν του θανάτου -όπως μοιάζει τουλάχιστον για το άνθρωπο που υποφέρει από τη νόσο του έρωτα. Πόσες όμως μιλούν για το ανάποδο; Για το κατά πόσο το πέρασμα στην «άλλη πλευρά» μπορεί να οδηγήσει σε μια γνήσια ερωτική εμπειρία;
Μια περίτεχνη ιστορία από τη Σουηδία το καταφέρνει, παίζοντας με τα κινηματογραφικά είδη (το γοτθικό τρόμο, το gore, τη φαντασία, το ρομαντικό love story, ακόμα και τη μαύρη κωμωδία), συνθέτοντας εικόνες απόκοσμης ομορφιάς, ανακατεύοντας την ίδια στιγμή την παράδοση και τη φαντασία, το παρόν και το μέλλον, πατώντας πάνω στα δίπολα στα οποία είναι στηριγμένο ένα ολόκληρο συλλογικό φαντασιακό: Το καλό και το κακό, ο έρωτας κι ο θάνατος, το πριν και το μετά, το κρύο κι η ζέστη. Και φαίνεται σαν να πατάει πάνω σε φρέσκο χιόνι, σε ένα έδαφος που δεν έχει φτάσει κανείς
Ο έρωτας και ο θάνατος συναντιούνται στο χιονισμένο σύμπαν μιας ταινίας από τη Σουηδία, στα λευκά πρόσωπα δύο μικρών «παιδιών. Ένας έρωτας ξεπηδά από το μίνιμουμ της ανθρώπινης ύπαρξης, τη βαθιά ρίζα της. Εκεί δηλαδή όπου συναντιούνται όλα τα ανθρώπινα όντα τη στιγμή του θανάτου.
Δεν είναι τυχαίο που η υπόμνηση του έρωτα και του θανάτου γίνονται κι οι δύο με χρώμα κόκκινο (του αίματος). Σαν ίχνη από το αίμα στο χιόνι, η ιστορία δύο όντων που προασπίζονται την ανάγκη τους να μείνουν ζωντανοί, σε έναν κόσμο όπου όλοι φαίνεται να έχουν βάλει την ψυχή τους στον πάγο. Κι αυτό είναι το πιο τρομακτικό από όλες τις ιστορίες τρόμου σε αυτόν τον κόσμο.

“Καλιαρντά”

13466280_861175293986377_5530878427507293035_n

 

H Πάολα Ρεβενιώτη και η κινηματογραφική ομάδα Paola Team Documentaries παρουσιάζουν το πρώτο τους μεγάλου μήκους ντοκιμαντέρ με θέμα τα καλιαρντά, την κρυφή γλώσσα των ομοφυλόφιλων της Ελλάδας, όπως αυτή διαμορφώθηκε από τη δεκαετία του ’40 μέχρι την αρχή της μεταπολίτευσης. Η ίδια η Πάολα πρόλαβε τη χρήση αυτής της ιδιότυπης γλώσσας στη δύση της, κατά τη δεκαετία του ’80, στον κήπο του Ζαππείου, στην πιάτσα, αλλά και στην επαρχία.

Ενώ το σχέδιο ξεκίνησε ως μία απλή καταγραφή της ιστορίας των καλιαρντών, από νωρίς έγινε αντιληπτό πως δεν μπορούσε να μην αφορά παράλληλα και την εξέλιξη της ζωής των ομοφυλόφιλων στα μεταπολεμικά χρόνια. Έτσι, προέκυψαν θέματα όπως ο έρωτας, η σεξουαλικότητα, τα στέκια, τα προβλήματα των ανθρώπων ανά τις εποχές και πώς σταδιακά οδηγηθήκαμε στη σημερινή κατάσταση. Εκτός από θεωρητικούς, τα φώτα τους σε τούτο το ξεχωριστό ντοκιμαντέρ δίνουν και άτομα της πιάτσας με βιωματική του θέματος γνώση.

Η Πάολα Ρεβενιώτη ασχολήθηκε με τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα των ΛΟΑΤ ατόμων, (ΑΚΟΕ), αγωνίστηκε ενάντια στην περιθωριοποίηση, την κρατική καταστολή και την αστυνομική βία, πάλεψε σκληρά για την ισότητα των ΛΟΑΤ και την κοινωνική και σεξουαλική τους απελευθέρωση.Aπό το 1982 ως το 1993 εξέδιδε το περιοδικό “Κράξιμο”, το 1985 εξέδωσε την ποιητική συλλογή Σαλτάρισμα, διοργάνωσε ένα από τα πρώτα ελληνικά Gay pride και από το 2011 ασχολείται με τη δημιουργία σειράς ντοκιμαντέρ, κυρίως ακτιβιστικού χαρακτήρα,σε συνεργασία με διάφορους νέους κινηματογραφιστές, κάτω από την επωνυμία ‘ThePaolaProject’ και ThePaolaTeam. Τον Ιανουάριο του 2013 προχώρησε στην πρώτη της ατομική έκθεση στη gallery The Breeder, παρουσιάζοντας πλούσιο φωτογραφικό συλλεκτικό υλικό, ερωτικού, ιστορικού, κοινωνικοπολιτικού και λαογραφικού ενδιαφέροντος.

Η προβολή του ντοκιμαντέρ “Καλιαρντά” θα γίνει την Κυριακή 26/6 στις 9μμ στον αυτοδιαχειριζόμενο κοινωνικό χώρο “σβούρα” (Σίνα 37, Κόρινθος), με ελεύθερη είσοδο, και θα ακολουθήσει συζήτηση με τη σκηνοθέτιδα.

The Thing

the-thing-poster-1982
Τρίτη 21 Ιουνίου 2016

1982, σε σκηνοθεσία  Τζον Κάρπεντερ με τους: Κερτ Ράσελ, Τόμας Γουέιτς, Γουίλφορντ Μπρίμλεϋ, Κιθ Ντέιβιντ

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Στην Ανταρκτική του 1982, κατά τη διάρκεια μίας χιονοθύελλας που έχει διακόψει επί εβδομάδες τις ραδιοεπικοινωνίες, μία αποκομμένη ομάδα επιστημόνων και εργατών στην πολική βάση των ΗΠΑ «Φυλάκιο 31» έρχεται αντιμέτωπη με έναν εξωγήινο οργανισμό, που βρίσκεται παγωμένος στο χιόνι επί εκατό χιλιάδες χρόνια και μπορεί να αφομοιώσει βιολογικά πλάσματα κάθε τύπου, οικειοποιούμενος πλήρως τη μορφή και τη λειτουργία τους..

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Το μακρινό 1982 ήταν το έτος που το περιοδικό TIMES ανακήρυξε άνθρωπο της χρονιάς τον… υπολογιστή. Επίσης ήταν η χρονιά που βγήκε στις αίθουσες το «The Thing» του Τζον Κάρπεντερ  και σφράγισε αυτό που ονομάζουμε sci-fi horror, όπως νωρίτερα είχε ορίσει το «Alien» του Ρίντλεϋ Σκοτ, το 1979.
Ο Κάρπεντερ σκηνοθέτησε μια ταινία-remake του παλαιοτέρου «The thing from another world» του Χάουαρντ Χωκς με σημαντικές όμως διαφορές από το πρωτότυπο.. Στην ουσία, η μόνη σχέση που έχει η ταινία του Κάρπεντερ, με αυτήν του ’51, είναι ότι βασίζονται στο ίδιο βιβλίο. Για την ακρίβεια, ο Χωκς βασίστηκε στο βιβλίο του Κάμπελ «Who goes there?», ενώ ο Κάρπεντερ είναι αυτός που το μετέφερε στη μεγάλη οθόνη.
Όσον αφορά τα ειδικά εφέ της ταινίας, ο Σταν Γουίνστον μαζί με τον 23χρονο τότε Ρομπ Μπόττιν σε μια συνεργασία-ορόσημο δημιούργησαν, (όπως και ο Γκάιγκερ τρία χρόνια νωρίτερα στο «Alien») ένα πλάσμα άμορφο και υπέροχα άναρχα δομημένο, το οποίο παραμένει εξίσου τρομακτικό και αποκρουστικό ακόμα και σήμερα..Το «The Thing» του 1982, ανήκει πλέον στις ταινίες-σταθμούς για το είδος της επιστημονικής φαντασίας και του τρόμου, ταινίες που απέκτησαν πελώριο cult status και για τους περισσοτέρους δεν ξεπεράστηκαν ποτέ, 30 χρόνια σχεδόν μετά..
Άξια αναφοράς λοιπόν τα μηχανικά εφέ που χρησιμοποιήθηκαν για το εξωγήινο τέρας, αποδίδοντας άψογα τη μορφή του:
δεν έχει συγκεκριμένο σχήμα ή όψη, είναι ένα συνονθύλευμα χαρακτηριστικών όλων των οργανισμών με τους οποίους έχει έρθει σε επαφή. Τη μια στιγμή το βλέπουμε να εκτοξεύει πλοκάμια, την άλλη να φτιάχνει κουκούλια και την αμέσως επόμενη βγάζει πόδια αράχνης, μάτια αστακού και κορμό λουλουδιού. Είναι τα πάντα και τίποτα συγχρόνως. Και είναι ένα δείγμα του ότι μια ταινία επιστημονικής φαντασίας μπορεί να είναι πολύ τρομακτική και αποτελεσματική χωρίς την χρήση των ψηφιακών εφέ.
Παράλληλα η σκουρόχρωμη φωτογραφία, οι στενοί διάδρομοι και τα κλειστοφοβικά δωμάτια, οι απομονωμένοι από τον κόσμο (και έτσι αποκομμένοι από κάθε ελπίδα σωτηρίας) ήρωες, σε συνδυασμό με την υποβλητική μουσική από τον μεγάλο Έννιο Μορρικόνε, δίνουν ένα σκοτεινό ατμοσφαιρικό θρίλερ, ένα σύγχρονο κλασικό, πάντα αξεπέραστο.
Στα χέρια του σκηνοθέτη ο πυρήνας του φιλμ, η κεντρική υπόθεση, μετατρέπεται σε σκοτεινή πρώτη ύλη..Ο Κάρπεντερ χρησιμοποίησε το εύρημα του πλάσματος για να φτιάξει μια ταινία ψυχολογικού τρόμου, με χαρακτήρες εκτεθειμένους στην αμφιβολία και την άγνοια, οι οποίοι σταδιακά θα ‘έσπαγαν’ και θα αναλώνονταν σε μια παρανοϊκή εσωτερική διαμάχη εμπιστοσύνης και καχυποψίας..