1986, σε σκηνοθεσία Ζαν Ζακ Μπενέξ με τους: Ζαν Ουγκ Ανγλάντ, Μπεατρίς Νταλ
Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Στη συμβατική ζωή ενός εργαζόμενου 35άρη εμφανίζεται μια εκρηκτική νεαρή κοπέλα η οποία θα προσπαθήσει να τον βγάλει από το βόλεμα προτείνοντάς του την αναζήτηση ενός άπιαστου ονείρου.
ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Το Betty Blue, όπως ήταν η αγγλική μετάφραση του αρχικού 37,2 το πρωί, είναι το ταξίδι του Ζαν Ζακ Μπενέξ στον θυελλώδη έρωτα. Με την καρδιά ενός παιδιού και το βλέμμα ενός έμπειρου τεχνίτη, ο γάλλος σκηνοθέτης διηγείται την ιστορία του Ζωργκ, ενός άνδρα κουρασμένου από τη ζωή και παραδομένου στην κενότητα της ανυπαρξίας, και της Μπέττυ, μιας ελκυστικής, παθιασμένης κοπέλας, που καίει τη ζωή της για να απολαύσει τη λάμψη της φωτιάς.
Η Μπεατρίς Νταλ, στο ρόλο της Μπέττυ ενσαρκώνει το αστέρι που θυσιάζεται στο έρεβος, απλά και μόνο για να απολαύσει τη λάμψη κατά την πτώση. Μαζί με τη λάμψη αυτή όμως, έρχεται και η φωτιά που καίει τόσο την ίδια, όσο και το σύντροφό της. Η αυτοκαταστροφική μανία που συνοδεύει το εκρηκτικό της ταμπεραμέντο και την ανισόρροπη ψυχική της κατάσταση, απεικονίζει σε υπερθετικό βαθμό την τρέλα που συνοδεύει το Πάθος και τον Έρωτα ανάμεσα στους δύο αυτούς ανθρώπους.
Από την άλλη πλευρά, ο Ζωργκ παραδίδεται απόλυτα σ’ αυτήν την παράνοια και την αγκαλιάζει, θυσιάζοντας τον εαυτό του στην προσπάθεια να την προστατέψει από οποιαδήποτε εξωτερική παρέμβαση. Εγκλωβισμένος στην τροχιά της Μπέττυ προς την ολοκληρωτική παράνοια, φονεύει την ηθική του καθαρότητα, επιδεικνύοντας το μέγιστο της αυτοθυσίας που απαιτεί ένα τέτοιο πάθος.
37Ο2 le matin, είναι το όνομα του βιβλίου του Φιλίπ Ντιζάν, πάνω στο οποίο ο Ζαν Ζακ Μπενέξ στηρίζει την ταινία του. 37°2 C, είναι και η θερμοκρασία του γυναικείου σώματος, κατά την κορύφωση της ερωτικής πράξης. Και από ερωτικές πράξεις, ο σκηνοθέτης φροντίζει να υπάρχει πληθώρα. Απόλυτα αισθησιακές, κινηματογραφημένες με εξαιρετική μαεστρία, ποτέ δεν πλησιάζουν τη χυδαιότητα, παραμένοντας πιστές στον ερωτισμό που υπηρετούν.
Ο Μπενέξ καλύπτει την ταινία με τοπία εκθαμβωτικής ομορφιάς και μαγευτική χρήση των χρωμάτων. Η παιδική ελαφρότητα με την οποία χειρίζεται το θέμα του, η φρεσκάδα, αλλά και η άψογη καλλιτεχνική αρτιότητα των καδραρισμάτων του, είναι από μόνα τους στοιχεία που κρατούν το ενδιαφέρον.
Γυρισμένη στα μέσα του ’80, η ταινία αγαπήθηκε από τη νεολαία της εποχής ως απεικόνιση μιας επαναστατικής τάσης απελευθέρωσης αλλά και ένα σύμβολο αληθινού πάθους. Μια φετιχιστική αγάπη που την καθιέρωσe χαρίζοντάς της cult-status, το οποίο μπορεί να μη διατηρεί στις μέρες μας λόγω των κοινωνικών της προεκτάσεων, αλλά σίγουρα λόγω των σκηνοθετικών ικανοτήτων του δημιουργού και του λεπτού της χιούμορ.