All posts by svourakorinthos

Μποέμικη Ζωή

1992, σε σκηνοθεσία του Άκι Καουρισμάκι με τους Μάτι Πέλονπα, Έβελιν Ντίντι, Αντρέ Βιλμς, Κάρι Βαανάνεν, Κριστίν Μουρίγιο, Ζαν Πιέρ Λεό, Λάικα

Τρίτη 3 Μαΐου 2016
Τρίτη 3 Μαΐου 2016

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Ο Μαρσέλ Μαρξ ένας συγγραφέας που το θεατρικό του έργο απορρίφθηκε από έναν εκδότη, διώχνεται από το σπίτι που νοίκιαζε αφού δεν έχει να πληρώσει το νοίκι. Πηγαίνοντας να φάει σ’ένα εστιατόριο θα γνωρίσει τον Αλβανό ζωγράφο Ροντόλφο, που θα προσφερθεί να μοιραστούν το φαγητό του. Γυρίζοντας στο σπίτι θα συναντήσουν τον καινούριο ενοικιαστή, τον Ιρλανδό συνθέτη Σόναρ. Οι τρεις τους θα γίνουν αχώριστοι φίλοι, διάγοντας μποέμικη ζωή, προσπαθώντας να νικήσουν την φτώχεια που τους απειλεί συνεχώς.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Βασισμένο στο μυθιστόρημα του Ανρί Μιρζέρ “Σκηνές από τη ζωή των Μποέμ” (1851) τούτο δω το φιλμ (από τα καλύτερα του Καουρισμάκι με αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία) είναι μία μελαγχολική κωμωδία που αποτίει φόρο τιμής στην τσαπλινική αξιοπρέπεια του ήθους και την μπρεσσονική λιτότητα της αφήγησης, με το γνωστό ιδιότυπο χιούμορ του (που προσωπικά λατρεύω) και τον τρυφερό λυρισμό του να ξεπηδάει από κει που δεν τον περιμένεις. Ένας γλυκόπικρος στοχασμός πάνω στην ίδια τη ζωή και ένας ύμνος της στωικής αταραξίας, τόσο ως πρόταση ζωής, όσο και ως σκηνοθετική αντίληψη.
Οι τρεις φτωχοί καλλιτέχνες που προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα με τη ζωή τους, διέπονται από μία αυξημένη αίσθηση αξιοπρέπειας. Μιλούν και γράφουν με αριστοκρατική ευγένεια, απομακρυσμένοι από κάθε ίχνος συναισθηματικής υπερβολής (βιώνουν τον πόνο τους μοναχικά χωρίς υστερίες) και είναι από αυτήν την αντίθεση κατ’αρχάς (οικονομική ανέχεια/αριστοκρατική συμπεριφορά), που παράγεται το κωμικό και το γέλιο (ότι έδειξε ο Τσάπλιν με την ενδυματολογική του σημειολογία – από τη μέση και κάτω ρακένδυτος από τη μέση και πάνω ευγενής – ο Καουρισμάκι το δείχνει με το υποκριτικό στυλιζάρισμα). Οι δυσκολίες της ζωής (απειλείται ακόμα και η ίδια τους η επιβίωση), αδυνατούν να κάμψουν τον ιδεαλισμό, την τρυφερότητα και τον αλτρουισμό τους (που κραδαίνουν συνεχώς το φιλμ, μαζί και τις ψυχές μας).
Και είναι αυτήν η τρυφερότητα με τον αλτρουισμό που τελικά θα υπερκεράσουν και τα τελευταία απομεινάρια του εστετισμού (θα βρουν άλλη δουλειά) και εγωισμού τους. Ώστε να αφεθούν εντελώς άδειοι από υλικά και κοινωνικά υπάρχοντα στην μεγαλοσύνη της βαθιάς ανιδιοτελούς αγάπης.
Μαζί βεβαίως με την παροιμιώδη ατάρακτη αξιοπρέπειά τους, που από αρχικός μηχανισμός γέλιου θα μετατραπεί στο τέλος – με μια απρόσμενη επιδέξια στροφή της πλοκής – σε υπέρτατο μάθημα στωικής αταραξίας και γαλήνιας αποδοχής της ζωής και της μοίρας.
Χωρίς να τους αφανίσει το άγχος της επιβίωσης και η υστερία των ανεκπλήρωτων επιθυμιών.

Περιπλανώμενες Νάρκες

2010, σε σκηνοθεσία Φερζάν Όζπετεκ, με τους  Ρικάρντο Σκαρμάτσο, Νικόλ Γκριμάουντο

Τρίτη 26 Απριλίου 2016
Τρίτη 26 Απριλίου 2016

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Ο Τομάσο ζει μια άνετη ζωή στη Ρώμη, όπου εργάζεται ως συγγραφέας κι έχει μια σταθερή σχέση με τον Μάρκο. κάποια στιγμή θα πρέπει να ταξιδέψει στην πατρίδα του, το Λέτσε της Ιταλίας, για να βοηθήσει στην οικογενειακή επιχείρηση. Τότε αποφασίζει να αποκαλύψει στους γονείς του το μυστικό του: την ομοφυλοφιλία του.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Ο Όζπετεκ είναι ένας Τούρκος σκηνοθέτης με σημαντική καριέρα πρώτα σαν βοηθός σκηνοθέτη και τα τελευταία 15 χρόνια σαν πρώτος σκηνοθέτης σε μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές ταινίες του νέου Ιταλικού Κινηματογράφου.  Το “Περιπλανώμενες νάρκες” είναι μια αισθηματική κωμωδία που αφηγείται την ιστορία του Τομάσο, ενός gay συγγραφέα που επιστρέφει στον τόπο καταγωγής του στην πόλη του Λέτσε με σκοπό να ανακοινώσει στην οικογένεια τόσο τις σεξουαλικές του προτιμήσεις όσο και την διάθεσή του να μην ασχοληθεί με την οικογενειακή επιχείρηση.
Ο Όζπετεκ χρησιμοποιεί την σεξουαλικότητα για να κάνει ένα σχόλιο πάνω στα μυστικά και ψέμματα της “παραδοσιακής” μεσογειακής οικογένειας.

MINA VAGANTE: όρος που κυριολεκτικά σημαίνει “περιπλανώμενη νάρκη” και που αναφέρεται, αρχικά, στη θαλάσσια νάρκη. Όταν το αγκύριο που την συνδέει με το βυθό της θάλασσας κοπεί, τότε η νάρκη επιπλέει στην επιφάνεια, παρασυρόμενη από τα κύματα και τα θαλάσσια ρεύματα. Ο όρος χρησιμοποιείται, κατ’ επέκταση, και αναφερόμενος σε ένα άτομο που μπορεί να προκαλέσει απανωτές αντιδράσεις αποκαλύπτοντας αλήθειες, μετατρέποντας πραγματικότητες, δημιουργώντας εντάσεις, ξεσκεπάζοντας τις τύψεις, δηλώνοντας τη θέλησή του για κάτι, προκαλώντας εν τέλη κι άλλες εκρήξεις, αυτή τη φορά, όμως, γέλιου και χαράς.

Μια Ξεχωριστή Μέρα

1977, σε σκηνοθεσία Έτορε Σκόλα με τους: Μαρτσέλο Μαστρογιάννι, Σοφία Λόρεν

Τρίτη 19 Απριλίου 2016
Τρίτη 19 Απριλίου 2016

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Η 8η Μαΐου 1938 ήταν μια ξεχωριστή μέρα για το φασιστικό καθεστώς της Ιταλίας. Οι κάτοικοι της Ρώμης έσπευσαν να παρακολουθήσουν την παρέλαση προς τιμή του Αδόλφου Χίτλερ, στην πρώτη επίσκεψή του στη χώρα. Μια καταπιεσμένη νοικοκυρά κι ένας κατατρεγμένος ομοφυλόφιλος βρίσκουν ένα σημείο επαφής σε αυτήν την Ιταλία, την Ιταλία του Μουσολίνι. Συγκλονιστική ταινία γύρω από την κοινωνική και πολιτική καταπίεση του ατόμου σ’ ένα φασιστικό καθεστώς.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Η παραγωγή έγινε από τον σύζυγο της Σοφία Λόρεν, Κάρλο Πόντι, ενώ το σενάριο γράφτηκε από τον σκηνοθέτη της ταινίας Έτορε Σκόλα, σε συνεργασία με τον δημοσιογράφο Μαουρίτσιο Κοστάντσο και τον Ρουτζέρο Μάκκαρι. Στην ταινία έκανε το κινηματογραφικό της ντεμπούτο η ανιψιά της Σοφία Λόρεν και εγγονή του Μουσολίνι, Αλεσάντρα Μουσολίνι, νυν πολιτικός.
Η ταινία γυρίστηκε στο μεγαλύτερο της μέρος σε ένα διαμέρισμα, που βρίσκεται στις πολυκατοικίες «Φεντερίτσι», εργατικές κατοικίες που ανεγέρθηκαν κατά τη δεκαετία του ’30 με πρωτοβουλία του Μουσολίνι, ενώ τα εξωτερικά γυρίσματα αφορούν κυρίως το χώρο γύρω από τις πολυκατοικίες.
Xώρος θεατρικός. Πλάνο σε κλειστά διαμερίσματα μιας δαιδαλώδους πολυκατοικίας, σκάλες, ύψη.. Κάδρα απόλυτα με μαθηματική ακρίβεια τοποθετημένα το ένα μετά το άλλο δίνοντας ένταση στο δράμα.. Αίσθηση κλειστοφοβική με σαφή τα στίγματα της ανθρώπινης φυλακής και της γκετοποίησης.
Σε πράσινους καφέ τόνους (που θυμίζουν παλιές φωτογραφίες), ο Έτορε Σκόλα σκηνοθετεί την ωραιότερη ίσως ταινία του, σκιαγραφώντας τις ορατές και αόρατες πτυχές μιας συγκινητικής, βαθιά ανθρώπινης ιστορίας για τους απόβλητους ενός αυταρχικού καθεστώτος.
Ο Μαρτσέλο Μαστρογιάννι και η Σοφία Λόρεν δίνουν σάρκα και οστά σε ένα αξέχαστο όσο και πρωτότυπο κινηματογραφικό ντουέτο. Δύο υποψηφιότητες για Όσκαρ (ξενόγλωσσης ταινίας και αντρικής ερμηνείας για τον Μαστρογιάννι) και Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ξένης ταινίας.
Δύο σπουδαίοι ηθοποιοί σε μια συνάντηση δύο τελείως διαφορετικών ανθρώπων και η εξιστόρηση μιας αναπάντεχα ειλικρινούς επικοινωνίας που τους αιφνιδιάζει, τους αναστατώνει, τους απελευθερώνει και τελικά τους καθορίζει.
Κρατάει μόνο μια μέρα, μια μέρα πραγματικά ξεχωριστή και για τους δύο.
Γιατί η ημέρα που κύλησε, αυτή η μέρα που έκαναν την υπέρβαση, ήταν η δική τους ημέρα, μια μέρα νίκης..

Μια Ιστορία Έρωτα και Αναρχίας

1973, σε σκηνοθεσία Λίνα Βερτμίλερ, με τους Τζιανκάρλο Τζανίνι, Μαριάντζελα Μελάτο, Έρος Πάνι, Πίνα Τσεί, Έλενα Φιόρε

Τρίτη 12 Απριλίου 2016
Τρίτη 12 Απριλίου 2016

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Ιταλία, δεκαετία του 1930. Ο Τονίνο είναι ένας απλός αγρότης που καταφτάνει στη Ρώμη με σκοπό να δολοφονήσει τον Μουσολίνι. Έχει συνδέσμους με αναρχικούς και ιδίως την Σαλώμη, μια πόρνη. Θα τον παρουσιάσει στον οίκο ανοχής που μένει ως ξάδελφο της κι εκεί καταστρώνουν τα σχέδια για την δολοφονία. Από την πρώτη μέρα κιόλας, ο Τονίνο θα ερωτευτεί την νεαρή Τριπολίνα. Αυτό, όμως, μπορεί να επηρεάσει τα σχέδια του.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Η ταινία της Βερτμίλερ αγαπήθηκε από το παγκόσμιο κοινό και συγκαταλέγεται ανάμεσα στις πιο αγαπημένες τραγικοκωμωδίες του διεθνούς ρεπερτορίου.
Η σκηνοθέτης κάνει το κοινό να ταυτιστεί με τον καλοκάγαθο και αφελή Τονίνο, ένα χωρικό που η δολοφονία του φίλου του από τους φασίστες τον οδηγεί να σχεδιάσει την δολοφονία του Μουσολίνι. Όταν όμως φτάνει στη Ρώμη και εγκαθίσταται σε ένα οίκο ανοχής, τα πράγματα αλλάζουν. Ερωτεύεται την όμορφη Τριπολίνα και καθώς αυτή γίνεται ερωμένη του αρχίζουν τα διλήμματα. Η δολοφονία του δικτάτορα και ο σίγουρος θάνατος του δεν πια τόσο επιθυμητός για το ερωτευμένο χωριατόπουλο.
Ο αγαπημένος ηθοποιός της δημιουργού Τζιανκάρλο Τζανίνι ερμηνεύει τον ρόλο με το ξεχωριστό ταλέντο του, που σε πολλούς θύμιζε τους κορυφαίους κωμικούς του βωβού. Απέναντι του η γοητευτική Μαριάντζελα Μελάτο επιτρέπει στην Βερτμίλερ από την μία να χρησιμοποιεί τα κλασικά πρότυπα της γοητείας και από την άλλη να τα υπονομεύει.
Τη μουσική της ταινίας υπογράφει ο Νίνο Ρότα.
Canzone arrabbiata (Canto per me) ή αλλιώς Το Τραγούδι της Οργής,
(Πρώτη εκτέλεση η Άννα Μελάτο-αδερφή της πρωταγωνίστριας):

Τραγουδώ για τους δυστυχισμένους,

για μένα τραγουδώ.

Τραγουδώ για τούτο το φεγγάρι με οργή, κόντρα σε σένα

κόντρα σ’ αυτούς που πλούσιοι είναι και δεν το ξέρουν,

κόντρα σ’ αυτούς που την αλήθεια λεκιάζουν.

Περπατώ και τραγουδώ

για την οργή που με πνίγει.

 

Συλλογιέμαι τόσο κόσμο που στο σκοτάδι ζει,

μέσα στης πόλης τη μοναξιά.

Τις χίμαιρες των ανθρώπων συλλογιέμαι,

κι όλα αυτά τα λόγια τα χιλιοειπωμένα.

 

Τραγουδώ για τους δυστυχισμένους,

για μένα τραγουδώ.

Τραγουδώ για τούτο το φεγγάρι με οργή, κόντρα σε σένα.

Τραγουδώ για ‘κείνον τον ήλιο που θα ‘ρθει,

που θ’ ανατείλει, που θα βασιλέψει.

Για τις χίμαιρες,

για την οργή που με πνίγει τραγουδώ.

Τα μαύρα μάτια

1987, σε σκηνοθεσία του Νικίτα Μιχάλκοφ με τους: Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, Μάρθα Κέλερ, Σιλβάνα Μανιάνο

Τρίτη 5 Απριλίου 2016
Τρίτη 5 Απριλίου 2016

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Ο Ρομάνο, αργόσχολος αστός, ερωτεύεται μια παντρεμένη Ρωσίδα και φεύγει στη Ρωσία προς αναζήτησή της.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Ο Μαρτσέλο Μαστρογιάννι, η Σιλβάνα Μανιάνο και η Μάρθα Κέλερ, είναι οι βασικοί ηθοποιοί της ταινίας. Η μουσική είναι του Φράνσις Λάι.
Η ταινία υπήρξε το κύκνειο άσμα της εξαίρετης ηθοποιού Μανιάνο.
Επηρεασμένη από τις ιστορίες του Ρώσου συγγραφέα Αντόν Τσέχωφ, η ταινία βασίζεται στην ιστορία της ζωής ενός φτωχού Ιταλού αρχιτέκτονα, του Ρομάνο, ο οποίος παντρεύεται την Ελίζα, μία πλούσια Ρωσίδα αριστοκράτισσα, η οποία τον συντηρεί. Αλλά, σ ένα από τα συχνά ταξίδια τους σε θέρετρα ξεκούρασης στη Ρωσία, ο Ρομάνο συναντά την Άννα που κι αυτή είναι παντρεμένη και ερωτεύονται τρελά. Φεύγοντας, της υπόσχεται ότι θα γυρίσει να την παντρευτεί για να ζήσουν τον έρωτά τους. Πάνω που είχε αποφασίσει να χωρίσει, η γυναίκα του καταστρέφεται οικονομικά και από συμπαράσταση θυσιάζει τον έρωτά του και μένει να τη βοηθήσει.
Ο Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ έγραψε για τον Τσέχωφ:
« Αυτό που πραγματικά προσέλκυσε το Ρώσο αναγνώστη, είναι ότι αναγνώρισε στους ήρωές του Τσέχωφ το Ρώσο ιδεαλιστή.
Αυτόν που συνδυάζει τη βαθύτερη δυνατή για άνθρωπο αξιοπρέπεια, με μια σχεδόν γελοία ανικανότητα να βάλει τα ιδεώδη και τις αρχές του σε πράξη… έναν εξαιρετικό άνθρωπο, που δεν μπορεί να κάνει τίποτα της προκοπής…».

Monster

2003, σε σκηνοθεσία της Πάτι Τζένκινς με τους  Σαρλίζ Θερόν,Κριστίνα Ρίτσι, Μπρους Ντερν

Τρίτη 29 Μαρτίου 2016
Τρίτη 29 Μαρτίου 2016

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Η αληθινή ιστορία της ιερόδουλης Αϊλίν Γουόρνος, η οποία καταδικάστηκε σε θάνατο για τη δολοφονία τουλάχιστον έξι ανδρών, τους οποίους σκότωσε για να ληστέψει και να συντηρήσει τη νεαρή φίλη της.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Η ταινία της Πάτι Τζένκινς στηρίζεται στην πραγματική ιστορία της Αϊλίν Γουόρνος δίνοντάς την με τρόπο σκληρό και ρεαλιστικό, αποφεύγοντας την «ηρωποίησή» της.
Η πρώτη επιτυχία της ταινίας είναι η ζωντανή απεικόνιση της μουντής, αδιάφορης και υποβαθμισμένης πλευράς των Αμερικάνικών πόλεων. Άνθρωποι που προσπαθούν να επιβιώσουν, φτηνή διασκέδαση, συντηρητισμός και σεμνοτυφία συμπληρώνουν την εικόνα.
Πέρα από την ενδιαφέρουσα αυτή προσέγγιση, το Monster δεν παύει να είναι μια ταινία επικεντρωμένη γύρω από ένα πρόσωπο. Δυνατό χαρτί της είναι η Σαρλίζ Θερόν που μεταμορφώθηκε εντελώς για χάρη του ρόλου αλλάζοντας τραγικά την εξωτερική της εμφάνιση. Έτσι η προσοχή κοινού και κριτικών στράφηκε στις υποκριτικές της ικανότητες, εντοπίζοντας αρετές που καιρό περίμεναν να εμφανιστούν.
Η Θερόν περνά αβίαστα την εικόνα μιας απεγνωσμένης γυναίκας που κουβαλά τα σημάδια του παρελθόντος (και του παρόντος), αναζητώντας μάταια μια βαλβίδα εκτόνωσης. Ο πρώτος της φόνος θα είναι λυτρωτικός, οι επόμενοι απλά αναπόφευκτοι. Μπορεί ο χαρακτήρας της ηρωίδας να μην επιτρέπει στην πρωταγωνίστρια να κερδίσει την συμπάθεια του κοινού, επιτρέπει όμως να αναγνωριστεί η αξία της, φέρνοντας δεκάδες βραβεία όπως τη Χρυσή Σφαίρα για δραματικό πρώτο γυναικείο ρόλο, το βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ Βερολίνου, το βραβείο ερμηνείας της Ένωσης Αμερικάνων Ηθοποιών και δεκάδες βραβεία ενώσεων κριτικών.
Η σκηνοθέτης από την άλλη, έχοντας στην πραγματικότητα μελετήσει πάνω από 8000 επιστολές που η βαρυποινίτης Αϊλίν Γουόρνος έστελνε κατά τη διάρκεια της 12ετους φυλάκισής της σε παιδικό της φίλο, κατάφερε να κατανοήσει εκτενώς την προσωπικότητα της Αϊλίν και να αποδώσει με τρόπο ανθρώπινο και συναισθηματικό την ψυχολογία μιας από τις πιο ανελέητες γυναίκες serial killers.
Πέρα από λαγνεία της βίας, σκανδαλολογία και λοιπούς διδακτισμούς, η Τζένκινς τολμά να γειώσει την, έξω από συνήθη μέτρα και σταθμά, φιγούρα της Γουόρνος και να την αντικρίσει σαν καθρέφτη της κοινωνίας που την γέννησε.

Το Πείραμα

dasexperiment
Τρίτη 22 Μαρτίου 2016

2001, σε σκηνοθεσία Όλιβερ Χίρσμπιγκελ, με τους: Μόριτζ Μπλαϊμπτροϊ, Μάρεν Εγκερτ, Κρίστιαν Μπέρκελ

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Όπως πολλά πράγματα, ξεκίνησε σαν ένα παιχνίδι στο όνομα της επιστήμης. Είκοσι άντρες. Δύο εβδομάδες. Με αντάλλαγμα δύο χιλιάδες δολάρια. Σκοπός, η μελέτη της ανθρώπινης συμπεριφοράς στο περιβάλλον μιας φυλακής. Οκτώ άντρες γίνονται οι “φύλακες” και οι υπόλοιποι δώδεκα παίρνουν τη θέση των κρατουμένων, μέσα σε πραγματικά κελιά. Οι τελευταίοι πρέπει να πειθαρχήσουν σε μια σειρά κανόνων και οι πρώτοι να επιβάλλουν την τάξη, όπως ακριβώς θα έπρεπε αν ήταν πραγματικοί φυλακισμένοι. Σιγά σιγά, η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο “πείραμα” και την πραγματικότητα σβήνει και τα πράγματα ξεφεύγουν από τον έλεγχο.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Το Πείραμα του Όλιβερ Χίρσμπιγκελ, είναι ένα αποκαλυπτικό κοινωνικό θρίλερ που βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα και συγκεκριμένα αυτά που αναφέρει πρώτος στο βιβλίο «Das Experiment – Black Box» ο γερμανός Μάριο Τζορντάνο το 1999.
Ο λόγος για το ψυχολογικό «πείραμα» που πραγματοποιήθηκε στις ΗΠΑ το 1971, γνωστό και ως Stanford Prison Experiment. Λόγω της ανεξέλεγκτης εξέλιξης, το πείραμα διακόπηκε μέσα σε έξι μέρες, οδηγώντας τον υπεύθυνο καθηγητή ψυχολογίας, να δηλώσει ότι κάτι παρόμοιο δε θα έπρεπε να επαναληφθεί ποτέ.
Η ταινία έκοψε περισσότερα από 1.500.000 εκατ. εισιτήρια στη Γερμανία ενώ απέσπασε και το Βραβείο Σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ του Μόντρεαλ. Δεν πρέπει να ξεχνάμε όμως ότι δεν πρόκειται για ένα ντοκιμαντέρ, αλλά για δραματοποιημένη ιστορία βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα.
Ο Χίρσμπιγκελ, ως εντρυφής αναγνώστης της Διαλεκτικής και της Ψυχιατρικής, εικονογραφεί την κλιμάκωση των σχέσεων εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες.
Στο πρώτο στάδιο η εξουσία επιβάλλεται διά της… στολής.
Στο δεύτερο στάδιο επιβάλλεται διά του… Φρόυντ και της ταπεινώσεως (είναι το στάδιο της ψυχολογικής βίας).
Στο τρίτο οι μάσκες πέφτουν..
Ο Γερμανός σκηνοθέτης επιχειρεί να αποδείξει κάτι που έχει εγγραφεί στην ιστορία του ανθρώπινου γένους. Όσοι αιώνες και να έχουν περάσει, η Πυραμίδα παραμένει αναλλοίωτη. Από πάνω το κράτος και από κάτω τα όργανα (του κράτους) και οι υπήκοοι του ίδιου κράτους.
Η ταινία βάζει με το δικό της τρόπο το θέμα της ευθύνης και της υπακοής σε διαταγές και κανονισμούς, κάνοντας έτσι μνεία στο ναζισμό. Ενώ ταυτόχρονα γίνεται κι ένα σχόλιο πάνω στα διάφορα πρόσφατα και μη(ή και μελλοντικά) προγράμματα της τηλεόρασης.
Η σκηνοθεσία ακολουθεί κατά γράμμα το πνεύμα του πειράματος. Έτσι, αντί ταινίας εισπράττεις μάθημα κοινωνικής… μικροβιολογίας. Με μια κάμερα που παρακολουθεί με επιμονή τα πρόσωπα, χρησιμοποιώντας ένα αρκετά δυναμικό μοντάζ, και με πολύ καλές ερμηνείες από το καστ των ηθοποιών του, ο Χίρσμπιγκελ κατάφερε να δημιουργήσει την κλειστοφοβική, εφιαλτική ατμόσφαιρα που απαιτεί το θέμα του, προσφέροντας μια πολύ επίκαιρη, αναγκαία, ταινία.

American Psycho

2000, σε σκηνοθεσία  Μαίρη Χάρον με τους: Κρίστιαν Μπέιλ, Γουίλεμ Νταφόε, Κλοέ Σεβινί, Ριζ Γουίδερσπουν, Σαμάνθα Μάθις, Τζάρεντ Λέτο, Κάρα Σέιμουρ

Τρίτη 15 Μαρτίου 2016
Τρίτη 15 Μαρτίου 2016

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Στη Νέα Υόρκη του 1987, ο Πάτρικ Μπέιτμαν, ψυχρός χρηματιστής της Γουόλ Στριτ, αναλώνει τον εργένικο χρόνο του ανάμεσα σε δουλειά, επίδειξη των αρετών του στους συναδέλφους κι αγοραίο σεξ. Πίσω, όμως, από αυτό το σεβαστό για την κοινωνία προσωπείο κρύβεται ένας ψυχοπαθής δολοφόνος που αρέσκεται σε φρικτούς φόνους και κανιβαλισμό των θυμάτων του. Αλήθεια ή όλα αυτά αποτελούν τμήμα της καταπιεσμένης του φαντασίωσης;

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Η ταινία θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως η εκδίκηση του γιάπη, αν δεν ήταν κάτι πολύ πιο βαθύ από αυτό. Ο Πάτρικ Μπέιτμαν είναι ένα ιδιόρρυθμο στέλεχος μιας από τις μεγαλύτερες χρηματιστηριακές εταιρείες της Γουόλ Στριτ. Η ιδιορρυθμία του δεν αποτελείται μόνο από την εμμονή στη φυσική του κατάσταση, ούτε τις υποχονδριακές εμμονές του στην περιποίηση του προσώπου ή του δέρματός του. Ο Πάτρικ αρέσκεται στις φρικαλέες δολοφονίες, κυρίως γυναικών, αλλά σε μια κακή μέρα βολεύεται με οτιδήποτε.
Αλλά ούτε το τελευταίο καλύπτει την ιδιορρυθμία του. Αυτά είναι μάλλον τα συμπτώματα της κατάστασής του. Στην περσόνα του Πάτρικ αντικατοπτρίζεται η απομόνωση του ανθρώπου όχι μόνο από την κοινωνία, αλλά και από τον ίδιο του τον εαυτό, από την ανθρώπινη υπόστασή του. Ο ίδιος λέει ότι έχει όλα τα φυσικά χαρακτηριστικά μιας ανθρώπινης οντότητας, αλλά δείχνει παντελή έλλειψη οποιουδήποτε αναγνωρίσιμου ανθρώπινου συναισθήματος. Μπορείς να τον δεις, να τον ακούσεις, να του μιλήσεις, να τον αγγίξεις, αλλά ο ίδιος απλά δεν είναι εκεί. Απλά, δεν υπάρχει.
Έρμαιο ενός επιβεβλημένου ναρκισσισμού ως μόνο όπλο στον ακραία ανταγωνιστικό κόσμο, ο Πάτρικ προσπαθεί να «ταιριάξει» με τους υπόλοιπους, αλλά όσο περισσότερο ψάχνει να βρει την είσοδο, τόσο περισσότερο χάνει τον εαυτό του.
Στο πρόσωπο του  μπορεί να δει κανείς το συνολικό ψυχισμό της κοινωνικής εκείνης ομάδας που καταπιέζεται αφόρητα από τον ανταγωνισμό στον εργασιακό χώρο. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που, επιστρέφοντας από τη δουλειά, μπορεί για ασήμαντο λόγο να ξεκινήσουν έναν καυγά στο δρόμο, ή την Κυριακή στο γήπεδο. Ευτυχώς για όλους μας, δε φτάνουν στο φόνο, αλλά κάθε μέρα κάνουν στον εαυτό τους αυτό που ο Πάτρικ κάνει στα θύματά του.
Το όλο έργο, εν γένει, αποτελεί μια σαφή κοινωνικοπολιτική κριτική των μεταμοντέρνων πολιτισμικών αξιών του ύστερου καπιταλισμού των τελευταίων δεκαετιών του 20ου αιώνα. Η κριτική εκτείνεται στον προβαλλόμενο εξιδανικευμένο αμερικανικό τρόπο ζωής και εν τέλει στην ίδια την αμερικανική κοινωνία, που έλκεται και κυριαρχείται από τις πολιτισμικές αξίες  της μεταμοντέρνας δυτικής κουλτούρας.
«L’enfer c’est les autres» ..