Category Archives: Τρίτες με ποπ-κορν

Επαναστάτης Χωρίς Αιτία (Rebel Without A Cause)

1955, σε σκηνοθεσία Νίκολας Ρέι με τους: Τζέιμς Ντιν, Νάταλι Γουντ, Σαλ Μινέο, Τζιμ Μπάκους, Ντέννις Χόπερ

Δευτέρα 26 Αυγούστου 2013
Δευτέρα 26 Αυγούστου 2013

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Ο νεαρός Τζιμ Σταρκ νιώθει το αίμα του να βράζει, έχει συνεχείς συγκρούσεις με τους γονείς του, και οδηγείται σε μια παρορμητική αυτοκαταστροφική εξέγερση ως κρατούμενος στο αστυνομικό τμήμα με την κατηγορία της δημόσιας μέθης. Αισθάνεται πως συνθλίβεται καθώς του λείπει το σωστό πατρικό πρότυπο και βρίσκει καταφύγιο στον έρωτά του με την Τζούντι και τη φιλία του με τον “Πλάτωνα”, δύο παιδιά εξίσου εξουθενωμένα υπαρξιακά.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Ταινία-σταθμός της δεκαετίας του ’50, τόσο ως προς τη συγκρότηση του star system του Χόλυγουντ και της έννοιας του ειδώλου μέσα από την ερμηνεία του Τζέιμς Ντιν, όσο και για τη θεματική της νεανικής οργής έναντι της γονικής αποτυχίας. Αξεπέραστη η αρχιτεκτονικών διαστάσεων σκηνοθεσία του Νίκολας Ρέι..
Ο «Επαναστάτης» του, αποτελεί υπόδειγμα «ψυχολογικής σκηνοθεσίας» με την κάμερα να στήνεται, να τρέχει, να ξεσπά ως ένας ακόμα απρόβλεπτος, έφηβος ήρωας. Έστρεψε την κάμερα πέρα από την επιφάνεια, γιατί επέτρεψε τους περίεργους διαλόγους, γιατί αφουγκράστηκε το υπόκωφο. Γιατί συνειδητοποίησε ότι στην ηλεκτρισμένη ενέργεια του πρωταγωνιστή του κρυβόταν όλη η ταινία. Ο Τζέιμς Ντιν ήταν ο νέος εύθραυστος ήρωας: απέρριπτε το «μάτσο» πρότυπο της προηγούμενης γενιάς, εξέφραζε ευαισθησίες, η αρρενωπότητά του ήταν εγκεφαλική, η ομορφιά του σχεδόν θηλυκή.
Η ταινία του Νίκολας Ρέι είναι από τις πρώτες που συλλάβανε μια επερχόμενη επανάσταση, που λάμβανε χώρα στα θεμέλια της κοινωνίας. Η νεολαία ποτέ δεν είναι πλέον η ίδια και η επανάσταση θα ακμάζει μέσα της. Τι την προκάλεσε; Η ανικανότητα των «μεγάλων» να αποτρέψουν τον μεγάλο πόλεμο και ο φόβος που συσσωρεύτηκε μέσα τους μετά από αυτόν και τον Ψυχρό, βγήκε όλος μέσα στην πλαστά ευτυχισμένη δεκαετία του 1950. Ο νέος δεν ένιωθε πια τον πατέρα-δυνάστη, δεν κλείνονταν στο σπίτι του για σκληρές εργασίες, απλά βγήκε από το καβούκι του και έψαξε κάτι να… περάσει την ώρα του. Για πρώτη φορά απελευθερώθηκε όλη η κρυμμένη ψυχοσύνθεση της νεολαίας, που ένιωθε ανάγκη για αλλαγές, ακόμα και αν στην εποχή εκείνη δεν είχε ούτε μια πρόταση. Οι έννοιες «χάσμα γενεών», «εφηβική ανησυχία», «σύγκρουση με το κατεστημένο» δεν ήταν αρχετυπικές. Γεννήθηκαν τότε, τότε καταγράφηκαν στα πρώτα βιβλία κοινωνιολογικής παρατήρησης, τότε εκτέθηκαν σε ψυχιατρικές μελέτες.
Μπορεί να μη ζούμε στο 1955, μπορεί να μην μονομαχεί η νεολαία ως το γκρεμό, ο Επαναστάτης Χωρίς Αιτία, όμως, μιλάει διαχρονικά ως σήμερα, ως αύριο, όσο θα υπάρχουν άνθρωποι. Μια ταινία σύμβολο για τις απαρχές μιας καινής νεανικής ψυχοσύνθεσης, ένας πρωταγωνιστής μύθος στην καλύτερη στιγμή του, ίσως γιατί δεν είχε και άλλη ευκαιρία..

Ο Καλός, Ο Κακός και ο Άσχημος

1966, σε σκηνοθεσία Σέρτζιο Λεόνε με τους: Κλιντ Ίστγουντ, Λι Βαν Κλιφ, Ιλάι Γουάλας

Πέμπτη 22 Αυγούστου 2013
Πέμπτη 22 Αυγούστου 2013

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Δυο πιστολέρο, πρώην συνεταίροι, γίνονται αντίπαλοι. Η μοίρα θέλει να συνεργαστούν ξανά, όταν ένας ετοιμοθάνατος στρατιώτης τούς εκμυστηρεύεται ότι σε κάποιο νεκροταφείο υπάρχουν θαμμένα σακιά με χρυσά νομίσματα. Όμως, το θησαυρό αναζητά και ένας τρίτος άντρας.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Πρόκειται για το τρίτο κατά σειρά σπαγγέτι-γουέστερν που γύρισε ο Λεόνε με πρωταγωνιστή τον Κλιντ Ίστγουντ. Είχαν προηγηθεί το “Για μια χούφτα δολάρια” και η “Μονομαχία στο Ελ Πάσο”..Βέβαια κατά τη μυθοπλασία είναι αυτό που προηγείται.
Η ιστορία διαδραματίζεται στα βάθη της άγριας δύσης, την εποχή που ο αμερικανικός εμφύλιος πόλεμος, έχει ήδη κριθεί υπέρ των Βορείων. Στις αχανείς εκτάσεις της αμερικανικής ενδοχώρας, τρεις άνδρες προσπαθούν να φτάσουν σε έναν θησαυρό, θαμμένο μαζί με έναν πεσόντα του πολέμου.
Και ο καθένας από αυτούς θα χρησιμοποιήσει μεθόδους ανάλογους του χαρακτήρα του. Ο Κακός (Λι βαν Κλιφ) θα βασανίσει και θα σκοτώσει. Ο Άσχημος (Ελάι Γουάλας) θα μεταχειριστεί την κουτοπονηριά και την προδοσία. Και ο Καλός (Κλιντ Ίστγουντ) θα χρησιμοποιήσει το μυαλό του, το κυνικό του χιούμορ και την εκπληκτική του ικανότητα στο περίστροφο. Κι ενώ η ζυγαριά θα κλίνει άλλοτε προς τη μία κι άλλοτε προς την άλλη κατεύθυνση, εμείς θα γινόμαστε μάρτυρες της μοναδικής κινηματογραφικής ιδιοφυίας του ιταλού σκηνοθέτη που θύμισε στους Αμερικανούς, τον τρόπο με τον οποίο γυρίζονται τα γουέστερν.
Τα μακρόσυρτα γενικά πλάνα της υπαίθρου, συνδυάζονται με πολύ κοντινά στα πρόσωπα των ηρώων, μετατρέποντας τους, από κοινούς θνητούς σε μυθικές φιγούρες, ενώ οι γωνίες λήψης και ο ρυθμός της κάθε μονομαχίας οριοθετούν έναν χωροχρόνο που είναι αδύνατο να υπάρξει έξω από την οθόνη, καθώς είναι αντιρρεαλιστικός και αποκλειστικά κινηματογραφικός. Παράλληλα, φανερώνεται σε όλο του το μεγαλείο, ο περφεξιονισμός του Λεόνε. Κάθε κάδρο είναι σχεδιασμένο μέχρι την παραμικρή λεπτομέρεια. Κάθε πυροβολισμός έχει χορογραφηθεί ξεχωριστά. Κάθε ήχος έχει ενορχηστρωθεί τέλεια.
Και πάνω από όλα αυτά, ενσωματωμένο πλήρως στην αφήγηση, ξεχωρίζει το πασίγνωστο “σφύριγμα” του Έννιο Μορικόνε, το μουσικό θέμα της ταινίας, που είναι αδύνατον να σβηστεί από τη μνήμη εκείνου που θα το ακούσει..

Dr. Strangelove or: How I Learned to Stop Worrying and Love the Bomb (S.O.S Πεντάγωνο Καλεί Μόσχα)

1964, σε σκηνοθεσία Στάνλεϊ Κιούμπρικ με τους: Πίτερ Σέλερς, Τζορτζ Σκοτ, Στέρλιν Χέιντεν, Σλιμ Πίκενς, Κίναν Γουίν, Τζέιμς Ερλ Τζόουνς, Τρέισι Ριντ

Η ΙΣΤΟΡΙΑ

Δευτέρα 19 Αυγούστου 2013
Δευτέρα 19 Αυγούστου 2013

Ένας παράφρονας Αμερικανός στρατηγός διατάζει τα βομβαρδιστικά του να εξαπολύσουν πυρηνική επίθεση κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Κι ενώ το Πεντάγωνο καλεί Μόσχα, για να αντιμετωπίσει από κοινού την ιδιόρρυθμη κατάσταση, πληροφορείται την ύπαρξη ενός μηχανισμού ρωσικών αντιποίνων που ούτε οι Σοβιετικοί είναι σε θέση να ελέγξουν.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

Η αιώνια διαμάχη Η.Π.Α.-Ρωσία κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου και μάλιστα υπό την απειλή ενός πυρηνικού ολοκαυτώματος. Η ταινία βασίζεται στο μυθιστόρημα Red Alert του Πίτερ Τζωρτζ και παρουσιάζει με κωμικοτραγικό τρόπο το πως ο άνθρωπος εκμεταλλεύεται το συνάνθρωπο προκειμένου να τον υποδουλώσει και να ωφεληθεί. Ένας εξαίσιος Πίτερ Σέλερς σε ένα τριπλό ρόλο-πρότυπο στην παγκόσμια ιστορία του κινηματογράφου, υπό την “καθοδήγηση” του μεγάλου Στάνλεϊ Κιούμπρικ.
Αυτή είναι η πρώτη ταινία στην οποία ο Κιούμπρικ έχει απόλυτο έλεγχο των πάντων. Ολόκληρη η αισθητική της ταινίας (φωτισμός, γωνίες λήψης, εναλλαγή πλάνων, σενάριο) περνάει μέσα από το δικό του φίλτρο, έχει μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση απ’ ότι στο παρελθόν, ξέρει τι θέλει και το παίρνει. Με σταθερό και γρήγορο ρυθμό στην αφήγηση, η ταινία είναι συμπαγής και μεγάλη συμβολή σ’ αυτό έχει ο απολαυστικός και καυστικότατος διάλογος, που γίνεται πλατφόρμα για να μεταφέρει ο σκηνοθέτης στο φιλοθεάμον κοινό αυτό που σκέφτεται, με τον τρόπο που αυτός θεωρεί ιδανικό.
Εντυπωσιακό στοιχείο είναι τα αναρίθμητα σεξουαλικά υπονοούμενα που παρελαύνουν καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας, προ καταστροφής και μετά, σε μια προσπάθεια να καταδειχθεί ότι όποια κι’ αν είναι η κουλτούρα μας, όσο κι’ αν καίγεται το σύμπαν τριγύρω μας, παραμένουμε κρίκος της τροφικής αλυσίδας με βασικά ζωώδη ένστικτα από τα οποία ποτέ δεν θα απαλλαγούμε. Κι’ αυτό δεν είναι καλό ή κακό, άσπρο ή μαύρο. Είναι φυσικό.
Με συνεχή παράδοξα και οξύμωρα, όπως η προτροπή του Αμερικανού προέδρου για αποφυγή εντάσεων στην «Αίθουσα Πολέμου» ή η επιγραφή «Peace is our Profession» έξω από στρατόπεδο, μας προτρέπει να κλάψουμε ή να γελάσουμε, κατά το δοκούν, χωρίς να μπορούμε, δυστυχώς, να αποφύγουμε τη σύγκριση με τη σημερινή παγκόσμια τάξη πραγμάτων και να αναρωτηθούμε για άλλη μια φορά αν η πραγματικότητα είναι πιο φανταιζί από την τέχνη. Αν και μάλλον ξέρουμε την απάντηση…
Το Dr. Strangelove είναι η μέγιστη απόδειξη ότι μια κωμωδία δεν χαρακτηρίζεται από το πόσο γέλιο προκαλεί (ακόμη και μέσα από τη γελοιότητα), αλλά από το αν μέσα από κωμικοτραγικές καταστάσεις, δημιουργεί στο θεατή της προβληματισμό…
Είναι μια σάτιρα-καταγγελία σε βάρος των πολεμοχαρών, των εθνικιστών και παράλληλα περιγράφει με όρους κωμωδίας την πιθανότητα ενός πυρηνικού πολέμου…Το τελευταίο κομμάτι της είναι άψογο, και μέσα σε ένα πεντάλεπτο παρέχει με τρόπο κατανοητό και ταυτόχρονα φρικιαστικό όλο το φάσμα της ναζιστικής ιδεολογίας…

Playtime

1967, σε σκηνοθεσία Ζακ Τατί, με τους Ζακ Τατί, Μπάρμπαρα Ντενέκ, Ρίτα Μέιντεν, Φρανς Ρουμιγί

Δευτέρα 12 Αυγούστου 2013
Δευτέρα 12 Αυγούστου 2013

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Με κίνητρο μια συνάντηση με κάποιον Αμερικανό αξιωματούχο, ο αγαπητός κύριος Ιλό, συντροφιά με το καπέλο και την ομπρέλα του, περιπλανιέται στον πολύβουο λαβύρινθο του Παρισιού, προκαλώντας, άθελά του, το γνωστό, χαρακτηριστικό χάος… Η ευρωπαϊκή μητρόπολη σφύζει από ζωή, οι τουρίστες έχουν κάνει κανονική επιδρομή, η «μοντέρνα» αρχιτεκτονική του τέλους της δεκαετίας του ’60 αναπτύσσεται απειλητικά και τα νέα τεχνολογικά μέσα και gadgets δεν μπορούν παρά να μπερδέψουν και να τρομάξουν τον καλοπροαίρετο, απλοϊκό, στρουμπουλό κύριο. Στα μάτια και στα χέρια του, η αφιλόξενη, ανταγωνιστική, υπερσύγχρονη πόλη και οι αγχωμένοι κάτοικοί της αποκτούν ξανά κάτι από την παιδικότητα, τη σκανταλιάρικη γλύκα της πιο καλής μας διάθεσης, την πιο ηλιόλουστη μέρα της ζωής μας. …Μήπως και στην πραγματικότητα θα έπρεπε να παραδειγματιστούμε από τον κύριο Ιλό;

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Με το “Playtime”, ο Ζακ Τατί εφευρίσκει ένα χιούμορ χωρίς κωμικούς διαλόγους, βασισμένο σε αισθητικά γκάγκ και σε θορύβους.
Ο Τατί σατιρίζει τη μοντέρνα αρχιτεκτονική και το τουριστικό Παρίσι (το οποίο δεν υπάρχει μέσα στην ταινία, παρά μόνο σε καθρεφτίσματα και αντανακλάσεις των γυάλινων επιφανειών ενός κτιρίου, κάθε φορά που ανοιγοκλείνει η γυάλινη πόρτα του ταξιδιωτικού γραφείου, βλέπουμε να καθρεφτίζεται στιγμιαία πάνω της κι ένα διαφορετικό τουριστικό αξιοθέατο: ο Πύργος του Άιφελ, η Μονμάρτη, η Αψίδα του θριάμβου…), την εισβολή αμερικανικών συνηθειών στη γαλλική κουλτούρα, το νεοπλουτισμό και την επιδειξιομανία, την ροπή του σύγχρονου κόσμου προς την εκζήτηση, διατηρώντας όμως ανέπαφο τον βαθύ ουμανισμό και την τρυφερότητα που πάντα τον χαρακτήριζε.
Όπως και σε άλλες του ταινίες το κωμικό δεν κατασκευάζεται, αλλά φαίνεται να προκύπτει αβίαστα μέσα από καθημερινές συμπτώσεις που όλοι βιώνουμε αλλά δεν παρατηρούμε και για μία ακόμη φορά η δουλειά του με τον ήχο είναι μοναδική.
Η τελειομανία του σκηνοθέτη τον ώθησε να χτίσει μια πόλη, πράγμα που τελικά τον οδήγησε στην οικονομική καταστροφή. Αν και η αξία της ταινίας δεν αναγνωρίστηκε στην εποχή της (κυρίως λόγω της αργής αφήγησης και της απουσίας έντονων δραματικών στιγμών), σήμερα θεωρείται ένα αριστούργημα.

Breakfast at Tiffany`s (Πρόγευμα στο Τίφανις)

1961, σε σκηνοθεσία Μπλέικ Έντουαρντς, με τους Όντρεϊ Χέπμπορν, Τζορτζ Πέπαρντ, Μπάντι Έμπσεν, Μάρτιν Μπάλσαμ, Ντόροθι Γουίτνεϊ, Πατρίσια Νιλ

Πέμπτη 8 Αυγούστου 2013
Πέμπτη 8 Αυγούστου 2013

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Η ιστορία μας μεταφέρει σε μία παλιά, συνοικιακή πολυκατοικία της Νέας Υόρκης. Εκεί ζει μια νεαρή κοπέλα, η Χόλι, συντροφιά με τον γάτο της. Κάθε βράδυ κι ένας άλλος συνοδός μένει παρατημένος έξω από το διαμέρισμά της. Κάπως έτσι η Χόλι με τα πελώρια μάτια και το πονηρό χαμόγελο, καταφέρνει να ζήσει. Κοροϊδεύοντας πλούσιους, ανόητους άνδρες, τάζοντάς τους έρωτα και αφήνοντάς τους να παρακαλούν στο κατώφλι της. Μοναδικό της όνειρο, να παντρευτεί έναν όμορφο εκατομμυριούχο και να είναι η ζωή της τόσο «ήρεμη, ευτυχισμένη και ατάραχη», όσο το αγαπημένο της κοσμηματοπωλείο Tiffanys. Μία μέρα ένας νεαρός συγγραφέας θα μετακομίσει στον πάνω όροφο, σπιτωμένος από την κατά πολύ μεγαλύτερή, παντρεμένη ερωμένη του. Στο πρόσωπο της ατίθασης κοπέλας θα γνωρίσει τον έρωτα της ζωής του. Εκείνη, όμως, δεν θα πάψει να αδημονεί για τον εκατομμυριούχο των ονείρων της…

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Ευχάριστη μεταφορά της κατά τα άλλα σκοτεινής ομότιτλης νουβέλας του Τρούμαν Καπότε, και ύμνος των απανταχού «ρομαντικών».
Ο Μπλέικ Έντουαρντς ήταν σκηνοθέτης κωμωδιών, αλλά με αυτή την δραματική κομεντί άγγιξε το τέλειο του. Στα χέρια του έχει ένα εξαιρετικό κείμενο του Τρούμαν Καπότε, το οποίο εγκλωβίζει όλη την ανεμελιά της εποχής του.
Ιδανική ενσάρκωση αυτής είναι η Όντρεϊ Χέπμπορν, στον πιο δυνατό ρόλο της καριέρας της, ένα σπουργιτάκι ανάμεσα σε θηρία. Πλάθει, άψογα και με περίσσιο στυλ, έναν εύθραυστο χαρακτήρα, που ανάμεσα στον πόθο για ζωή, κατατρέχεται από τα φαντάσματα του παρελθόντος και την ανάγκη της επιβίωσης. Είναι ένας ευαίσθητος τυχοδιώκτης, περισσότερο από ανάγκη και λιγότερο από αφέλεια.
Ρόλος που θεωρείται ο πιο αξέχαστος και αναγνωρίσιμος της ηθοποιού. Η ίδια η Χέπμπορν τον θεωρούσε ως έναν από τους πιο απαιτητικούς ρόλους της καριέρας της, καθώς η ίδια ως εσωστρεφής καλούταν να υποδυθεί έναν εξωστρεφή χαρακτήρα.
Το “Πρόγευμα στο Τίφανις” αποτελεί μια ταινία μύθο του αμερικανικού κινηματογράφου.
Με εκπληκτική φωτογραφία αλλά και χαρακτηριστική μουσική επένδυση.. Ποιος ξεχνάει την ερμηνεία της Χέπμπορν στο τραγούδι “Moon River” που βοήθησε τον συνθέτη Χένρυ Μανσίνι και τον στιχουργό Τζόνι Μέρκερ να κερδίσουν το όσκαρ καλύτερου τραγουδιού;

Duck Soup (Σούπα από Πάπια)

1933, σε σκηνοθεσία Λίο ΜακΚάρεϊ με τους: Γκρούτσο Μαρξ, Τσίκο Μαρξ, Χάρπο Μαρξ, Ζίππο Μαρξ, Μάργκαρετ Ντιμόν, Λούις Κάλχερν

Δευτέρα 5 Αυγούστου 2013
Δευτέρα 5 Αυγούστου 2013

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Σε μια φανταστική χώρα, τη Freedonia, πρωθυπουργός χρίζεται ύστερα από απαίτηση της ζάπλουτης χήρας κα Τίζντεϊλ, ο Γκρούτσο. O Τσίκο και ο Χάρπο είναι κατάσκοποι της εχθρικής χώρας, της Sylvania, που θέλει να κατακτήσει τη Freedonia, αλλά τελικά πηγαίνουν με το μέρος του Γκρούτσο και νικούν τους κακούς. Αντιπολεμική σάτιρα, η μόνη ταινία των Αδερφών Μαρξ που δεν έχει ως θέμα της την καθημερινότητα. Περιέχει σκηνές που έχουν μείνει στην ανθολογία του καλού χιούμορ, σκηνές τις οποίες όσες φορές και αν τις δεις, δεν μπορείς να αντισταθείς στο πηγαίο γέλιο. Σουρεαλισμός και ανελέητο χιούμορ, πολιτική σάτιρα, παρωδία των μουσικών κωμωδιών της εποχής και άκρως εκλεπτυσμένο, αναρχικό, διανοουμενίστικο ύφος.

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Αντιπολεμική σάτιρα, η μόνη ταινία των Αδερφών Μαρξ που δεν έχει ως θέμα της την καθημερινότητα. Περιέχει σκηνές που έχουν μείνει στην ανθολογία του καλού χιούμορ, σκηνές τις οποίες όσες φορές και αν τις δεις, δεν μπορείς να αντισταθείς στο πηγαίο γέλιο. Ενέπνευσε τους πάντες, από τον Μελ Μπρουκς μέχρι τους Μόντι Πάιθονς. Σουρεαλισμός και ανελέητο χιούμορ, πολιτική σάτιρα, παρωδία των μουσικών κωμωδιών της εποχής και άκρως εκλεπτυσμένο, αναρχικό, διανοουμενίστικο ύφος.
Ο ίδιος ο τίτλος της ταινίας αναφέρεται σε ιδιωματισμό που σημαίνει κάτι που είναι ιδιαίτερα εύκολο να γίνει. Όσο εύκολα, δηλαδή, οι γνωστοί κωμικοί μέσα από ευρηματικότατες καταστάσεις, ευφάνταστα οπτικά τρικ και ευφυή διαλογικά λογοπαίγνια καταλύουν έννοιες όπως πολιτική, εξουσία, πόλεμος, διπλωματία και κατασκοπία.
Η «Σούπα από Πάπια» είναι μια χαρακτηριστικά ιδιάζουσα προσπάθεια των αδερφών Μαρξ σε φρενήρεις ρυθμούς, ώσπου περίπου στο μέσο της ταινίας το παράλογο στυλ συναντά το αβάντ-γκαρντ, μετατρέποντας μια πυρετώδη φάρσα σε ένα άγριο κατηγορητήριο για τους πολέμους. Η τολμηρή καταγγελία της αέναης ματαιότητας των πολέμων -τα κοστούμια αλλάζουν, μα όλα τα άλλα μένουν ίδια- κατατίθεται αφειδώς και δίχως δεύτερες σκέψεις.

Ψωμί και Τριαντάφυλλα

2000, σε σκηνοθεσία Κεν Λόουτς, με τους Πιλάρ Παντίγια, Άντριεν Μπρόντι, Μπενίτσιο Ντέλ Τόρο, Ελπίντια Καρίγιο, Τζακ ΜακΓκυ, Λίλιαν Χερστ 

Δευτέρα 29 Ιουλίου 2013
Δευτέρα 29 Ιουλίου 2013

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Μια νεαρή Μεξικανή, η Μάγια Μοντενέγκρο, περνά λαθραία τα σύνορα των ΗΠΑ και πιάνει δουλειά ως καθαρίστρια γραφείων. Καθώς η εταιρεία απασχολεί άτομα εκτός σωματείων και εκμεταλλεύεται τους εργαζόμενους, αποφασίζει να συνδικαλιστεί και να λάβει μέρος σε απεργία, έστω και εάν αυτό της κοστίσει την απέλαση.
ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Μία συνταρακτική κοινωνική περιπέτεια από τον καταξιωμένο Κεν Λόουτς – που επισκέπτεται για πρώτη φορά κινηματογραφικά την Αμερική – με θέμα τις συνέπειες μιας σφοδρής σχέσης, την αφοσίωση και την προδοσία στο Λος Άντζελες των περιθωριακών κοινοτήτων.
Ο Λόουτς, πληροφορούμενος το 1994, από τον σεναριογράφο Πολ Λάβερτι , την άγρια εκμετάλλευση (16ωρη δουλειά χωρίς ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και με ημερήσια αμοιβή 5,2 δολάρια) των Λατινοαμερικανών μεταναστών στις ΗΠΑ, που δούλευαν σαν καθαριστές κτιρίων ιδιοκτησίας πολυεθνικών, τραστ, ακόμα και του Χόλλυγουντ, αλλά και το σκληρό αγώνα τους για στοιχειώδη δικαιώματα, την τιμωρία τους με απόλυση και απέλαση, την ανοχή της συνδικαλιστικής ηγεσίας απέναντι στην εκμετάλλευση των μεταναστών, αλλά και την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των μεταναστών από λιγοστούς ασυμβίβαστους συνδικαλιστές, πήγε στις ΗΠΑ, γνώρισε πολλούς μετανάστες εργάτες και εργάτριες, τα βάσανα και τον αγώνα τους και γύρισε το «Ψωμί και τριαντάφυλλα», που αφορά ακριβώς σ’ αυτούς. Η πλειοψηφία των «ηρώων» της ταινίας του είναι μετανάστες καθαριστές κτιρίων, οι οποίοι συναγωνίζονται με τη φυσικότητά τους, τους λιγοστούς, πολύ καλούς επαγγελματίες ηθοποιούς. Μια εξαιρετική ταινία του σπουδαίου δημιουργού – ταινία «κατηγορώ» για την απάνθρωπη εκμετάλλευση των εργατών από το μεγάλο κεφάλαιο και ύμνος για τους αγώνες, την αλληλεγγύη.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ
Στις 8 Μαρτίου του 1857 έγινε μια μεγάλη διαμαρτυρία, από εργάτριες κλωστοϋφαντουργίας στη Νέα Υόρκη, οι οποίες ζητούσαν καλύτερες συνθήκες εργασίας. Η συγκέντρωση βάφτηκε με αίμα, αλλά ο δρόμος για ίσα δικαιώματα των δύο φύλων άνοιξε. Μετά από μερικά χρόνια στις 8 Μαρτίου 1908, 15.000 γυναίκες διαδήλωσαν στην Νέα Υόρκη απαιτώντας λιγότερες εργατοώρες, καλύτερο μισθό, δικαίωμα ψήφου και να σταματήσει η παιδική εργασία. Το σύνθημά τους ήταν το  “Ψωμί και Τριαντάφυλλα” (Bread and Roses). Το ψωμί συμβόλιζε τα υλικά αγαθά και τα τριαντάφυλλα την ποιότητα ζωής. Την επόμενη χρόνια ήταν η πρώτη φορά που γιορτάστηκε η επέτειος αυτή και τα επόμενα χρόνια υιοθετήθηκε και από άλλες χώρες και έγινε η απαρχή της ενίσχυσης του γυναικείου κινήματος σε όλο τον κόσμο.

Hedwig & The Angry Inch

2001, σε σκηνοθεσία Τζον Κάμερον Μίτσελ, με τους Τζον Κάμερον Μίτσελ, Μίριαμ Σορ, Στέφεν Τρασκ, Ρομπ Κάμπελ

Δευτέρα 22 Ιουλίου 2013
Δευτέρα 22 Ιουλίου 2013

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Μια τρανσέξουαλ τραγουδίστρια η Hedwig από το Ανατολικό Βερολίνο διηγείται την ιστορία της καθώς περιοδεύει τις ΗΠΑ εξιστορώντας τις περιπέτειές της και αναζητώντας την εκδίκηση, τον έρωτα και την κλεμμένη της δόξα. …

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Larger than life περούκες, απίστευτα κοστούμια και πολυεπίπεδο σενάριο που εξετάζει την εξουσία, τη φήμη και τη σεξουαλικότητα κάτω από ένα ολότελα φρέσκο πρίσμα.
Ένα φιλμ που απέδειξε πως το αμερικανικό σινεμά είχε ακόμα ψωμί και ανέδειξε την Hedwig ως έναν από τους πιο αντιπροσωπευτικούς χαρακτήρες του μεταμοντερνισμού του 21ου αιώνα.
Παρουσιάστηκε πρώτη φορά το 1999 σε θέατρο του οφ-Μπρόντγουεϊ και τελικά μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον εμπνευστή της. Σε αρκετά σημεία το σύνολο θυμίζει το ύφος των “Velvet Goldmine” και “The Adventures of Priscilla, Queen of the Desert”.
Δεν πρόκειται απλά για ένα φαντασμαγορικό και εκκεντρικό σόου, αλλά για ένα ταξίδι προς την αυτογνωσία βασισμένο σε μια φιλοσοφία ζωής γεμάτο βαθύτερα ερωτήματα γύρω από την αγάπη και την σεξουαλικότητα.
Η πλοκή είναι γεμάτη από αμφιταλαντευόμενα συναισθήματα και παραλληλισμούς όπως η κοινή μοίρα της διχασμένης και αντιφατικής Hedwig με την ιστορία του διχοτομημένου Βερολίνου.
Ο Μίτσελ αποδεικνύεται ένας χαρισματικός ηθοποιός προσδίδοντας στην ηρωΐδα του μια υπόσταση διασκεδαστική και ανθρώπινη. Σε πολλά σημεία οι θεατές συμπάσχουν και ταυτίζονται με την Hedwig βλέποντάς την περισσότερο σαν ένα καθημερινό άτομο και λιγότερο σαν τρανσέξουαλ. Η δράση προωθείται μέσα από αστείους μονόλογους, flashbacks καθώς και τη καταπληκτική ροκ μουσική του Στίβεν Τρασκ.
Καθ’όλη τη διάρκεια του έργου η ηρωΐδα-που λατρεύει την φιλοσοφία και φυσικά την ροκ μουσική-αναφέρεται στον λόγο του Αριστοφάνη στο Συμπόσιο του Πλάτωνα, και αναδιαμορφώνοντας βέβαια τον μύθο, μέσα από το τραγούδι “The Origin of Love”, εξηγεί ότι οι άνθρωποι ήταν αρχικά στρογγυλά, διπρόσωπα όντα, με τέσσερα χέρια και τέσσερα πόδια και κάποτε οργισμένοι θεοί χώρισαν αυτά τα πλάσματα στα δύο, δημιουργώντας ημιτελή όντα τα οποία μια ζωή ψάχνουν το άλλο τους μισό. Η ταινία θα σας ταξιδέψει με τη μουσική της, τις ανησυχίες της και τον παραλληλισμό του χωρισμένου τότε Βερολίνου /  ανθρώπου Hedwig. Τελικά κάθε κορίτσι είναι λίγο αγοροκόριτσο και κάθε αγόρι κρύβει μέσα του μια γυναικεία ευαισθησία…ή μήπως όχι. Δείτε το, σκεφτείτε το, μα πάνω απ’όλα ακούστε το!

Ο νόμος του πόθου (La ley del deseo)

1987, σε σκηνοθεσία Πέδρο Αλμοδόβαρ, με τους Εουσέμπιο Ποντσέλα, Κάρμεν Μάουρα, Αντόνιο Μπαντέρας, Μιγκέλ Μολίνα, Μανουέλα Βελάσκο, Φερνάντο Γκιγιέν Κουέρβο, Μπίμπι Άντερσεν (Μπιμπιάνα Φερνάντεζ)

Η ΙΣΤΟΡΙΑ

Δευτέρα 15 Ιουλίου 2013
Δευτέρα 15 Ιουλίου 2013

O Πάμπλο, δημοφιλής σκηνοθέτης, είναι ερωτευμένος με τον Χουάν, ο οποίος, αν και έχει σχέσεις μαζί του, δεν τον αγαπά. Η Τίνα, αδελφή του Πάμπλο, ήταν στο παρελθόν αγόρι, αλλά άλλαξε φύλο για να ευχαριστήσει τον πατέρα της, με τον οποίο είχε αιμομικτικές σχέσεις. Τώρα ζει με τη δεκάχρονη Άντα, κόρη ενός φωτομοντέλου, που έφυγε για να κάνει το γύρο του κόσμου. O Χουάν πηγαίνει στην πατρίδα του για τις καλοκαιρινές διακοπές, και στο διάστημα αυτό ο Πάμπλο γνωρίζεται με τον Αντόνιο, έναν ζηλότυπο, ψυχωτικό νέο, ο οποίος δεν είχε στο παρελθόν ομοφυλοφιλικές εμπειρίες…

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

Ο «Νόμος του πόθου» κατέχει ξεχωριστή θέση στη φιλμογραφία του Πέδρο Αλμοδόβαρ, και για πολλούς θεωρείται μια από τις καλύτερες δημιουργίες του διάσημου Ισπανού σκηνοθέτη.
Η ομοφυλοφιλία, θέμα που συχνά συναντούμε σε πολλές ταινίες του, εδώ βρίσκεται στο επίκεντρο της δραματουργίας, ενώ για πρώτη φορά σ’ αυτήν την ταινία ο (συχνά αποκαλούμενος «σκηνοθέτης γυναικών») Αλμοδόβαρ εστιάζει το ενδιαφέρον του πάνω στους ανδρικούς χαρακτήρες.
Στο επίκεντρο της πολυσύνθετης πλοκής της ταινίας βρίσκεται ο Πάμπλο, το κινηματογραφικό άλτερ-έγκο του Αλμοδόβαρ: ένας ομοφυλόφιλος σκηνοθέτης που «σκηνοθετεί» τη ζωή του, αλλά και τις ζωές των άλλων, έχοντας την τέχνη ως καταφύγιο και αντιστάθμισμα για τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες του. Αντίθετα, ο μονολιθικός και απόλυτος Αντόνιο, για τον οποίον δεν υπάρχει τίποτα πέρα από τη βιώμενη πραγματικότητα, αφήνει την ορμή του πόθου να τον παρασύρει μέχρι τον θάνατο.
Μια από τις καλύτερες δουλειές του Αλμοδόβαρ όπου, κλασικά θέματα των ταινιών του όπως η διερεύνηση της σεξουαλικότητας και οι δυσλειτουργικές σχέσεις αναπτύσσονται άψογα.
Οι καταστάσεις αποτυπώνονται με ευθύτητα, χωρίς υπονοούμενα ενώ η διαλεκτική σχέση τραγωδίας – κωμωδίας βρίσκεται πανταχού παρούσα. Ο Αντόνιο Μπαντέρας και η πιο σπουδαία μούσα του Αλμοδόβαρ η Κάρμεν Μάουρα είναι στα καλύτερά τους.
Σημαντική ταινία του γκέι κινηματογράφου και το πρώτο ώριμο δημιούργημα του Ισπανού που τιμήθηκε με το Teddy Award στο φεστιβάλ Βερολίνου και απέσπασε βραβεία και διακρίσεις σε πολλές διεθνείς κινηματογραφικές διοργανώσεις.

Manderlay

2005, σε σκηνοθεσία του Λαρς φον Τρίερ, με τους Μπράις Χάουαρντ, Λορίν Μπακόλ, Γουίλεμ Νταφόε, Τζέρεμι Ντέιβις, Ντάνι Γκλόβερ, Κλοέ Σεβινί

Δευτέρα 8 Ιουλίου 2013
Δευτέρα 8 Ιουλίου 2013

Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Αλαμπάμα, 1933. Το Manderlay είναι μια κωμόπολη σε μια ερημική πεδιάδα. Στην αναζήτησή τους για καινούργια εδάφη, την «ανακαλύπτουν» η Γκρέις, ο πατέρας της και οι μπράβοι του. Η Γκρέις αποφασίζει να μείνει στο Manderlay όταν μια νεαρή νέγρα ζητάει τη βοήθειά της. Θέλει να δει τι ακριβώς συμβαίνει. Κι αυτό που συμβαίνει, δεν της αρέσει καθόλου. Παρά το γεγονός ότι η δουλεία έχει νομοθετικά καταργηθεί εδώ και 70 χρόνια, στο Manderlay συνεχίζουν να υπάρχουν λευκοί αφέντες και μαύροι σκλάβοι… Η Γκρέις θέλει να βάλει τα πράγματα στη θέση τους. Αποφασίζει να ελευθερώσει το Manderlay. Μένει στη φυτεία μέχρι να βγει η πρώτη σοδειά βαμβακιού. Και προσπαθεί να «εκπαιδεύσει» τους μαύρους στην ελευθερία. Τα πράγματα, όμως, δεν γίνονται έτσι όπως υπολόγιζε…

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Η δεύτερη ταινία της τριλογίας «USA-Land of Opportunities», η οποία ακολουθεί την ιστορία του «Dogville» και το «Washington» που θα γυριστεί αργότερα. .. Όπως και στο Dogville ο Τρίερ ακολουθεί την μέθοδο του μπρεχτικού θεάτρου, με μίνιμαλ σκηνικά και ένα είδος θεατρικής παραγωγής που δίνει την ευκαιρία στους πρωταγωνιστές του να λάμψουν χωρίς να επισκιάζονται από σκηνικά, φωτογραφία, εφέ και στηρίζεται κυρίως στους ήχους και στον φωτισμό.
Εξαιρετικές κοινωνιολογικές μελέτες, ιδιαίτερα αιχμηρές και πρωτότυπες, με μινιμαλιστική σκηνοθεσία, η οποία μετέφερε το κέντρο βάρους της προσοχής του θεατή στην εξέλιξη του δράματος, με μια ψυχρή και ελαφρώς ειρωνική αφήγηση, η οποία αποτελεί από μόνη της σχόλιο της ανθρώπινης υποκρισίας.
Ο Φον Τρίερ σαρκάζει με τα “ιερά και τα όσια” του Δυτικού πολιτισμού: τη δημοκρατία, την ελευθερία, τις εξουσιαστικές σχέσεις που διαμορφώνει ο καπιταλισμός, τα φυλετικά στερεότυπα. Και είναι ανελέητος..
Επιλέγοντας ως σημείο αναφοράς το ιδανικό της ελευθερίας , προσπαθεί να μας μεταφέρει το μήνυμα του πόσο μεγάλη είναι η δύναμη της συνήθειας! Μια ομάδα ανθρώπων , μπροστά στον φόβο της αλλαγής , προτιμούν να θυσιάσουν ακόμα και την ελευθερία τους προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι η ζωή τους δεν θα αλλάξει..